Αφιερωμένο στην Ελπίδα από την Αταλάντη, 27 ετών, αγνοούμενη φοιτήτρια αρχιτεκτονικής στο ΑΠΘ
Το μέγεθος της τραγωδίας αποτυπώνεται στο θέαμα της άμορφης μάζας των βαγονιών των δύο αμαξοστοιχιών που συγκρούστηκαν μετωπικά στον Ευαγγελισμό, στα προάστια της Λάρισας, στα φώτα από τα ασθενοφόρα, στους πυροσβέστες, στους διασώστες και ύστερα στα νοσοκομεία της περιοχής.
Ακόμη και αυτή η περιγραφή όμως δεν επαρκεί για να αποδώσει τον βουβό πόνο των συγγενών των θυμάτων και των αγνοουμένων επιβατών έξω από το Γενικό Νοσοκομείο Λάρισας, όπου μεταφέρθηκαν οι σοροί και τα διάσπαρτα μέλη από τον τόπο το δυστυχήματος, αλλά και τη διαπεραστική μυρωδιά των καμένων μετάλλων στον τόπο της τραγωδίας από τα δυο βαγόνια που μετά τη σύγκρουση τυλίχθηκαν στις φλόγες.
Με το ρεπορτάζ αυτό να γράφεται στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρισας, δίπλα από τον πατέρα της αγνοούμενης 27χρονης Ελπίδας, φοιτήτριας Αρχιτεκτονικής στο ΑΠΘ, από την Αταλάντη, που προσπαθεί να μη χάσει το κουράγιο του αλλά κατά διαστήματα «σπάει», δακρύζει και μετά ξανασφίγγει τα δόντια και να προσπαθεί να πάρει κουράγιο από τους καρδιακούς του φίλους που τον συνόδευσαν στη Λάρισα και από ντόπιους, αναρωτιέται κανείς ποιές λέξεις παρηγοριάς μπορούν να τον ανακουφίσουν αλλά και ποιά απόδοση ευθυνών, ακόμη και στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο, και ποιά παραίτηση πολιτικού στελέχους μπορεί να εξηγήσει τα ανεξήγητα και να ικανοποιήσει συγγενείς αλλά και το κοινό περί δικαίου αίσθημα.
Μερικά μέτρα πιο πέρα ζουν το δικό τους δράμα ο θείος και άλλοι συγγενείς μιας επίσης πολύ νέας κοπέλας μόλις 20 ετών από το νομό Λάρισας, που επίσης αγνοείται, το ίδιο και η οικογένεια 20χρονου νεαρού φοιτητή, και ακόμη πιο πέρα άλλοι συγγενείς από άλλα νεαρά παιδιά που βρέθηκαν στο μοιραίο επιβατικό τρένο, στην πλειοψηφία τους φοιτητές και σπουδαστές που επέστρεφαν στη Θεσσαλονίκη.
Οι συγγενείς πρώτου βαθμού των αγνοούμενων επιβατών κλήθηκαν χθες το μεσημέρι στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρισας για να δώσουν DNA, προκειμένου να γίνει η διαδικασία της ταυτοποίησης με τα ευρήματα από τον τόπο του δυστυχήματος. Σύμφωνα με πληροφόρηση που είχαν οι συγγενείς από αρμόδιο αξιωματικό του Εγκληματολογικού τμήματος της ΕΛ.ΑΣ., θα αρχίσουν να ειδοποιούνται από αύριο το μεσημέρι, γιατί χρειάζονται περίπου 24 ώρες για να ολοκληρωθούν οι αναγκαίες εργαστηριακές διαδικασίες στο εγκληματολογικό εργαστήριο στην Αθήνα. Στο ίδιο μήκος κύματος, ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Τάκης Θεοδωρικάκος, που μετέβη στο νοσοκομείο, ανέφερε ότι «οι σοροί των θυμάτων, βρίσκονται σε άθλια κατάσταση» και ότι «ενδεχομένως από αύριο, κάποιοι να παραλάβουν τις σορούς των ανθρώπων τους».
Χαρακτηριστικό του «σοκ και δέους» που βιώνουν οι οικογένειες των αγνοουμένων είναι το γεγονός ότι ενώ όπως προαναφέρεται ειδοποιήθηκαν ότι θα ενημερωθούν από σήμερα για τυχόν ταυτοποίηση των ανθρώπων τους με το δικό τους DNA παρέμεναν επί ώρες έξω από το νοσοκομείο αναζητώντας την παραμικρή «σταγόνα» πρόσθετης ενημέρωσης και ελπίδας.
Συγκλονίζουν, εξίσου εξάλλου, οι πληροφορίες από την πυροσβεστική υπηρεσία, σύμφωνα με την οποία «από τη σφοδρότητα της σύγκρουσης, το βαγόνι – εστιατόριο βρέθηκε πάνω σε δύο άλλα βαγόνια και από τη σύγκρουση ξέσπασε φωτιά, η οποία ανέβασε τη θερμοκρασία έως και σε 1.300 βαθμούς Κελσίου, που σημαίνει ότι είναι δύσκολη η ταυτοποίηση των σορών που βρίσκονταν μέσα σε αυτό. Οι νεκροί επισήμως ανέρχονται σε 36 αλλά θεωρείται βέβαιο ότι ο αριθμός τους αναμένεται να είναι μεγαλύτερος. Νοσηλεύονται 72 εκ των οποίων οι 6 σε ΜΕΘ. Αυτήν την ώρα, οι πυροσβέστες επιχειρούν στο δεύτερο βαγόνι».
Λίγο νωρίτερα, εξάλλου, σύμφωνα με πληροφορίες της «Ν» από διασώστες είχαν εντοπιστεί σοροί στα συντρίμμια και οι δυνάμεις της πυροσβεστικής και της ΕΜΑΚ, συνεπικουρούμενοι και από τα στελέχη Λάρισας της Ελληνικής Ομάδας Διάσωσης της Λάρισας έκοβαν κομμάτια λαμαρίνες από τα βαγόνια για να αποκτήσουν πρόσβαση.
Οι ευθύνες και τα αναπάντητα ερωτήματα
Ο δεύτερος σταθμάρχης του σταθμού της Λάρισας σε δηλώσεις του τόνισε πως τα κλειδιά έπρεπε να τοποθετηθούν ευθεία και όχι διαγώνια, οπότε το εμπορικό τρένο πήγε στην ίδια γραμμή που ερχόταν το επιβατικό, αποδίδοντας το δυστύχημα στην κακιά την ώρα. Το σίγουρο, πάντως, είναι ότι δεν έχουν ακόμη απαντηθεί και πρέπει οπωσδήποτε να δοθούν απαντήσεις για το αν λειτουργούσε η φωτοσήμανση – καθώς σύμφωνα με τους εργαζόμενους στα τρένα δεν δούλευε- υπήρχε σωστή συντήρηση του δικτύου, αν είχαν αντιμετωπιστεί εγκαίρως και έγκυρα τα προβλήματα στην ηλεκτροδότηση του δικτύου που προκάλεσε προβλήματα, όπως προέκυψε από μαρτυρίες επιβατών και σε άλλες αμαξοστοιχίες κατά τη διάρκεια της προχθεσινή ημέρας και εάν έχει ολοκληρωθεί η ανάταξη του δικτύου, δηλαδή η τηλεδιοίκηση, η φωτοσήμανση, το European Control Train System (ETCS – Ευρωπαϊκό Σύστημα Ελέγχου Σιδηροδρόμων) και την περίφραξη της σιδηροδρομικής γραμμής, που σύμφωνα με παρελθούσες εξαγγελίες έπρεπε να είχαν ολοκληρωθεί το καλοκαίρι του 2022.
Πηγή