Ο Πύργος της Κατοχής. «Κούλια της Θεοδώρας ή της Κυρά Βασιλικής»
Η ιστορική κωμόπολη της Κατοχής από τα αρχαία χρόνια υπήρξε προπύργιο των Αρχαίων Οινιαδών, συνιστούσε πάντα τόπος οχυρός με καστέλι και σκαλώματα (ποτάμια λιμάνια – αποβάθρες). Κτισμένη στη συμβολή της Ακαρνανίας και της Αιτωλίας υπήρξε σπουδαίος χερσαίος και υδάτινος εμπορικός κόμβος που έλεγχε τον κάτω ρου, τη διάβαση και τη διακίνηση αγαθών μέσω του Αχελώου συμμετέχοντας σε ένα ζωηρό εμπόριο με την αιτωλοακαρνανική ενδοχώρα, τα ιόνια νησιά και την Ιταλία.
«Η κτίση του Πύργου και η σπουδαιότητα του κατά το μεσαίωνα»
Τον μεσαίωνα υπήρξε ένα από τα προπύργια της μεσαιωνικής πόλης «Αχελώος» που εκτείνονταν από την επισκοπή της Μάστρου έως και τις βορειοανατολικές παρυφές της Κατοχής.
Στο σπουδαίο αυτό τόπο κατά τον μεσαίωνα, επέλεξε να κατοικήσει η Βασίλισσα Θεοδώρα η οσία, κόρη του φραγκικής ή κατ’ άλλους Νορμανδικής καταγωγής Ιωάννη Πετραλίφα και σύζυγος κατά τα μέσα του 13 αιώνα μ.Χ. (1236 – 1271) του Δεσπότη της Ηπείρου Μιχαήλ Β’ Αγγέλου Κομνηνού Δούκα η οποία με εντολή της έκτισε και τον Πύργο στον κεντρικό λόφο της κωμόπολης.
Η Βασίλισσα πιθανώς έμεινε στην Κατοχή κατά τα χρόνια της εγκατάλειψης της από το σύζυγο της Μιχαήλ ή μετά το θάνατο του ως μοναχή. Ενώ κατά τους χρόνους διαμονής της Βασίλισσας στην Κατοχή πιθανώς η ίδια να φρόντισε και για την κατασκευή του βυζαντινού ναού του Αγίου Παντελεήμονα.
Στη μάχη του Αχελώου το 1359 ο Δεσπότης της Ηπείρου Νικηφόρος Β’ Ορσίνι νικήθηκε από τους Αλβανούς που βρίσκονταν υπό την ηγεσία τού Πέτρου Λόσα και φονεύθηκε, με αποτέλεσμα την κατάλυση του Δεσποτάτου της Ηπείρου.
Η μάχη είχε ως αποτέλεσμα την φυγή του κόσμου από την πόλη «Αχελωος», η οποία παραδόθηκε στην παρακμή και την εγκατάλειψη και σταδιακά καταστράφηκε από τα ορμητικά νερά του παρακείμενου Αχελώου Ποταμού που τότε λέγονταν «Άσπρος». Πιθανολογείται ότι το συνταρακτικό αυτό γεγονός είχε τραγικό αντίκτυπο για την ύπαρξη της ίδιας της πόλης, καθώς ο πληθυσμός της έντρομος φαίνεται να μετακινήθηκε έπειτα στην οχυρή Κατοχή που εκ τότε φαίνεται να χαράσσει ανεξάρτητη πορεία, το Κάστρο του Αγγελόκαστρου και το καλά προστατευμένο από τη θάλασσα και τους βαλτότοπους νησί του Αιτωλικού.
Ο Πύργος της Κατοχής μνημονεύεται και στο «Χρονικό των Τόκκων» του Τζιουζέπε Σχίρο όπου αναφέρεται στις βλέψεις του Καρόλου Τόκκο Α’ ως προς τα εδάφη του Δεσποτάτου της Ηπείρου κατά την περίοδο της ηγεμονίας της οικογένειας (Φάρας) Μπούα – Σπάτα, εξαιρεί τη σημασία της τοποθεσίας της Κατοχής και του οχυρού πύργου καθώς και την δυσκολία κατάληψης της. Ενώ θέτει την Κατοχή στο επίκεντρο των σχεδιασμών του Καρόλου καθώς ο ηγεμόνας θεώρει την κατάληψη της ως προϋπόθεση που θα διασφαλίσει την διεκπεραίωση του στην Ακαρνανία και την κατάληψη του Αγγελοκάστρου.
Εν συνεχεία το χρονικό αναφέρεται εκτενώς στη Φαλτζιά της Κατοχής, δηλαδή ένα τέχνασμα με το οποίο ο αξιωματικός του Καρόλου Α’ Τόκκου ονόματι Φίλιππος προσποιήθηκε ότι ήρθε με την οικογένεια του περαστικός για το Μοριά και δυσαρεστημένος από τον Κάρολο Τόκκο ήταν διατεθειμένος να αποκαλύψει τα σχέδια και τις πράξεις του στον Πέτρο Σπάτα. Απονήρευτος ο τοπάρχης καλοδέχεται, φιλοξένει και κάνει κουμπάρο του το Φράγκο ο οποίος συνέλαβε την σύζυγο του ενώ εκείνος ήταν για κυνήγι. Συνάμα κάνει με φανό σινιάλο στους άνδρες του που παραμόνευαν εκεί κοντά σε πλοίο καλά κρυμμένο στις όχθες του ποταμού, οι οποίοι εφορμούν και η φρουρά του πύργου παραδίνεται. Ο Φίλιππος έπειτα άφησε δική του φρουρά και όρισε φρούραρχο. Έχοντας εξασφαλίσει την διάβαση του ποταμού ο Δούκας ήρθε στην Κατοχή όπου αφού προετοιμάστηκε βάδισε έναντι του Αγγελόκαστρου, το οποίο δεν κατάφερε όμως να καταλάβει με αποτέλεσμα να επιστρέψει στην Κατοχή και από εκεί στη Λευκάδα για να ανασυνταχθεί.
«Αναφορές στον Πύργο τα χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης»
Στα χρόνια του εθνικού ξεσηκωμού και ειδικότερα κατά τον Ιανουάριο του 1823 έλαβε χώρα η Μάχη της Κατοχής κατά την οποία οι Οπλαρχηγοί Τσόγκας, Χασαπαίοι (Αστακού) και σύσσωμοι οι ντόπιοι πολέμησαν όλοι μαζί έναντι των Τούρκων και τους νίκησαν. Έπειτα έλαβαν χώρα τα δυστυχή γεγονότα της 2 Απριλίου του 1823 όπου ξεκληρίστηκαν οι Χασαπαίοι ελευθερωτές της Κατοχής από τους Γριβαίους που μάχονταν για την καπετανία του Ξηρομέρου. Η διαμάχη μεταξύ των δυο φατριών και η δολοφονία που συγκλόνισε την περιοχή ώθησε τους οπλαρχηγούς Τσόγκα, Μακρή Βλαχόπουλο και τον επιζήσαντα Δημήτρη Χασάπη να καταδιώξουν το Γρίβα και να τον περικυκλώσουν στα σπίτια του Γουλιμή και στον Πύργο της Κατοχής στις 24 Μαΐου 1823 οπότε και τον πολιορκούν μαχόμενοι λυσσαλέα για 3 μέρες. Κατά την πολιορκεία πυρπολούν την οικία του Γουλιμή και τα παρακείμενα κτίρια μη καταφέρνοντας ωστόσο να πιάσουν τον Γρίβα ο οποίος μέσα σε μια παράτολμη έξοδο μαχόμενος διέφυγε και κίνησε για τον ορεινό βάλτο. Το επεισόδιο αυτό έδωσε την αφορμή στο Γρίβα να συνθέσει και μακρόστιχο τραγούδι όπου εξέφραζε τον πόνο του με αναφορά στο γεγονός και στο σημείο.
Την περίοδο μετά την επανάσταση στον Πύργο κατοίκησε η διάσημη ευνοούμενη του Αλή Πασά, Κυρά Βασιλική Κονταξή καθώς η κυβέρνηση Καποδίστρια της παραχώρησε τον πύργο για κατοικία από το 1830 έως το θάνατο της το 1834. Το όνομα της τελευταίας ιδιοκτήτριας συνυφασμένο με την τοπική συλλογική μνήμη έδωσε και το πιο πρόσφατο όνομα στον πύργο που ονομάζονταν εκ τότε «Κούλια της Κυρά Βασιλικής»
«Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία»
Πρόκειται για βυζαντινό πύργο τετράγωνου σχήματος χτισμένο περί το 14ο αιώνα. Το μήκος κάθε πλευράς του εξωτερικά φτάνει τα 6,5 μέτρα. Είναι οικοδομημένο με αργιλόλιθους (αργιλικούς σχιστόλιθους) στους αρμούς του οποίου παρεμβάλλονται άφθονα κεραμίδια και ασβεστοκονιάματα. Ψηλά στο ύψος των 5 μέτρων από το έδαφος υπάρχουν στους τοίχους τεσσάρα τοξωτά ανοίγματα ένα στο κέντρο κάθε πλευράς που χρησίμευαν για παρατήρηση βιγλατόρων. Ενώ διαθέτει και ένα ισόγειο, κλειστό ολόγυρα και σκοτεινό διαμέρισμα ύψους 5 μέτρων. Η θύρα εισόδου βρίσκεται στον πρώτο όροφο και όχι στο ισόγειο για λόγους ασφαλείας. Μια παραλληλόγραμμη μακρόστενη κόγχη, που ανοίγεται στο πάχος του τοίχου νοτιότερα από τη θύρα εξόδου είχε να κάνει με τα συστήματα άμυνας του πύργου. Παλαιότερα στο χώρο γύρω από τον πύργο ήταν ορατές και άλλες οχυρώσεις και χαλάσματα κτιρίων μιας και το κτίσμα διέθετε συμπληρωματικές οχυρώσεις, περίβολους και πιο χαμηλά κτίρια όπου ζούσε η φρουρά.
Εκ του Γραφείου Τύπου Εταιρίας Διάσωσης, Αξιοποίησης και Ανάπτυξης Ιστορικών Ακινήτων και Φυσικών Μνημείων Οινιαδών – «Οινιαδών Ανάπτυξις»
*Οι φωτογραφίες που επισυνάπτονται με το άρθρο είναι πνευματική ιδιοκτησία του συνεργάτη της «Οινιαδών Ανάπτυξις» Γεράσιμου Μισυρλή που συνεισφέρει εθελοντικά υλικό για να συνοδεύει τις αναρτήσεις μας και δύναται να δημοσιευθούν στα μέσα ενημέρωσης και τους ιστοτόπους σας αναγράφοντας το όνομα του και το όνομα που χρησιμοποιεί στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης @makis__mis – https://www.youtube.com/@makismis
agrinio24.gr