Δημοσιογράφος: «Ντβιρ είσαι συγγενής του ζευγαριού που έχασε τη ζωή του ενώ προσπαθούσε να σώσει τη ζωή των διδύμων τους. Τι θα μπορούσες να μας πεις για τις τελευταίες τους στιγμές;»
Συγγενής: «Αφού ξεκίνησαν να πέφτουν οι βόμβες και οι πύραυλοι στο κιμπούτζ μας, η αδερφή μου κατάλαβε ότι θα κρατήσει πολύ αυτή τη φορά και πήγε να φτιάξει μπουκάλια γάλα για τα μωρά. Οι τρομοκράτες μπήκαν στο σπίτι και την πυροβόλησαν στην κουζίνα. Ο σύζυγός της ο Ιτάι προσπάθησε να μπλοκάρει την είσοδο του καταφυγίου έτσι ώστε να μην καταφέρουν να πιάσουν τα δίδυμα. Εκεί τον βρήκαν. Ήμουν κι εγώ στο κιμπούτζ με την οικογένειά μου στο δικό μας καταφύγιο. Οι γονείς μου και δύο ακόμα αδερφές μου. Δεν είχαμε ρεύμα, καθόλου φως, καθόλου αέρα. Καθόμασταν στο καταφύγιο. Κάναμε ησυχία στο σκοτάδι και περιμέναμε να τελειώσει αυτός ο εφιάλτης. Ο γιος μου είναι 11 μηνών».
Δημοσιογράφος: «Ήταν εύκολο να κρατήσετε το μωρό ήσυχο όλες αυτές τις ώρες που μείνατε στο καταφύγιο;»
Συγγενής: «Όχι καθόλου. Ήταν πολύ δύσκολα στο καταφύγιο, ήταν σκοτεινά. Οι βόμβες, οι πυροβολισμοί και οι φωνές, δεν ήταν καθόλου εύκολο. Μας απομάκρυναν μετά από 27 με 28 ώρες εκτός από την αδερφή μου και τον σύζυγό της που δολοφονήθηκαν. Δεν έχουμε κάνει ακόμα την κηδεία της αδερφής μου. Περιμένουμε να πάρουμε την σορό της. Το σημαντικό είναι τα δίδυμα να έχουν ότι χρειάζονται».
Πηγή