Οι μήνες μετά την πρώτη ανακοπή, με το παιδί να έχει μείνει τετραπληγικό μέχρι το τέλος της, μέσα σε αυτό το δωμάτιο του νοσοκομείου Παίδων Αγλαΐα Κυριακού.

Ντυμένη στα μαύρα, με μάσκα στο πρόσωπο και μια σακούλα με σημειώσεις στα χέρια, η 35χρονη μπήκε σε μια κατάμεστη δικαστική αίθουσα, με τους στενούς συγγενείς της που την στηρίζουν να κάθονται στην πρώτη σειρά και τον εν διαστάσει σύζυγό της, αμίλητος στην τελευταία.

Με δάκρυα κατά διαστήματα στα μάτια, η κατηγορούμενη εξέφρασε παράπονα για την στάση και την αντιμετώπιση που είχε από γιατρούς αλλά και για την προβολή της όλης υπόθεσης από τα ΜΜΕ. Επανέλαβε ότι στάθηκε δίπλα στην κόρη της μέχρι το τέλος και ότι ουδέποτε διανοήθηκε να της κάνει κακό.

«Εγώ δεν ήθελα δημόσιες σχέσεις με το νοσηλευτικό προσωπικό και τους γιατρούς εμένα με ενδιέφερε η πορεία του παιδιού μου. Γιατί άκουσα κιόλας στα Facebook κλπ. Είχαμε κοινό Facebook με το Μάνο, μερικές από τις αναρτήσεις μπορεί να φαίνονται Ρούλα Πισπιρίγκου αλλά είναι παλιές του Μάνου. Δύο- τρία αιτήματα φιλίας έγιναν στο Facebook σε νοσοκόμες κ γιατρούς της ΜΕΘ», δήλωσε.

Σε κάθε της περιγραφή, η 35χρονη φροντίζει να αναφέρει το όνομα του εν διαστάσει συζύγου της. Τονίζει πως στα περισσότερα σκηνικά ήταν μπροστά και επισημαίνει πως τότε την στήριζε ανεπιφύλακτα.

«Η γιατρός με τράβηξε από το χέρι την ώρα που χασμουρήθηκε το παιδί και είπε στην Τζωρτζίνα: «εδώ εδώ τον μπαμπά κοίτα». Με τράβηξε εμένα πίσω. Βγαίνω έξω έβαλα τα κλάματα. Μου λέει ο Μάνος μην δίνεις σημασία . Λέω: «γιατί να με σπρώχνει εμένα η γιατρός; Αυτό με στεναχώρησε πάρα πολύ αλλά το προσπέρασα γιατί συνεχώς προσπερνούσα πράγματα».

Στη δικαστική αίθουσα επικρατεί σιωπή. Είναι η μέρα που όλοι περίμεναν από το ξεκίνημα της δίκης. Όλοι παρακολουθούν τη μητέρα να μιλάει για το έγκλημα που της καταλογίζεται.

«Αυτό που μου έκανε εντύπωση είναι ότι αυτά που είδα στην τηλεόραση και τα άκουσα είναι ατόφιοι οι διάλογοι. Είναι απίστευτο αυτό το πράγμα. Αυτά ή κάποιος τα ηχογραφούσε ή κάποιος τα βιντεοσκοπούσε! Αλλιώς δεν γινόταν να τα ξέρει», είπε στην απολογία της η Ρούλα Πισπιρίγκου.

Στο στόχαστρο ο γιατρός Ανδρέας Ηλιάδης

Κατά τη διάρκεια της κατάθεσης της η κατηγορούμενη φροντίζει να αφήσει αιχμές για τη στάση, τις διαγνώσεις και τη γενικότερη συμπεριφορά του Ανδρέα Ηλιάδη. Του γιατρού που πρώτος έκανε δεύτερες σκέψεις για την ίδια.

«Μια μέρα άκουσα τον κύριο Ηλιάδη με την κυρία Τσιόλα να συζητάνε. Ο κύριος Ηλιάδης έλεγε: «κάτι γίνεται με την Ρούλα την μαμά της Τζωρτζίνας», ρωτούσε την κυρία Τσιόλα τι έχει δει από την νεκροψία της Ίριδας, εκείνη απαντούσε: «στην Ίριδα δεν έχω δει κάτι». Τον άκουσα να με κατηγορεί. Ότι δεν κλαίω ότι πάω με τον Μάνο με καλά ρούχα, με αρώματα», δήλωσε η Ρούλα Πισπιρίγκου.

Ήταν η εποχή που η Τζωρτζίνα είχε υποστεί ανεξήγητα την πρώτη ανακοπή και ο Ανδρέας Ηλιάδης μελετούσε το φάκελο της οικογένειας, που τότε είχε χάσει τα 2 από τα 3 της κορίτσια.

«Έστειλα μήνυμα στον Μάνο ότι μας κράζουν ότι κάτι λένε για εμάς. Βγαίνει η κυρία Τσιόλα και με βλέπει και με χαιρετά και βγαίνει και ο Ηλιάδης και ήταν χαμογελαστός. Δεν το πίστευα, άκουγα όλα αυτά και ξαφνικά μεταμορφώθηκε. Είπα στον κύριο Ηλιάδη ότι άκουσα όλον τον διάλογο και μου το παραδέχτηκε. Τον ρώτησα: «τι σας έχει προβληματίσει;» και μου απάντησε ότι: «αυτή δεν είναι συμπεριφορά γονέων». Του απάντησα: «εκτελώ δικά σας λόγια. Στο νεκροταφείο έχω μάρμαρα από δύο παιδιά και πάω και κλαίω. Εδώ που αναπνέει και την πιάνω δεν θα κλάψω. Ναι είμαι παγοκολώνα». Το τι κάνω εγώ όταν φεύγω από την αίθουσα της Τζωρτζίνας και τι κάνω εγώ όταν φεύγω , δεν θα το μάθετε ποτέ».

«Δεν ήξερα ότι έλεγε σε όλους για Μινχάουζεν»

Για την 35χρονη κατηγορούμενη ο Ανδρέας Ηλιάδης υπήρξε διπρόσωπος απέναντί της, με ιατρικές εκτιμήσεις που έπεσαν έξω.

«Εγώ δεν ήξερα ότι ο Ηλιάδης είχε πιάσει άπαντες και έλεγε για το Μίνχαουζεν. Εδώ το άκουσα. Εμένα δεν μου είχε δείξει ότι με υποψιάζεται για κάτι τέτοιο. Και με στεναχώρησε πάρα πολύ».

Στο ξεκίνημα της κατάθεσής της, η μητέρα μίλησε για τα όσα έγιναν μετά την πρώτη ανακοπή της κόρης της Την εποχή που η Τζωρτζίνα μεταφέρθηκε από το Καραμανδάνειο στο νοσοκομείο του Ρίου.

«Του είχαμε πει ότι εγώ ήμουν έγκυος πάλι και γυρνάει και λέει εσύ γιατί είσαι εδώ ; Και λέει στον Μανό γιατί έφερες εδώ τι γυναίκα σου και εκτίθεται ; Μου λέει ο Μάνος “Πήγαινε σπίτι, στα κινητά θα ήμαστε θα παραμείνω εγώ εδώ”. Εγώ κάθισα με την αδερφή μου κάτω γιατί δεν ήθελα να φύγω. Μου λέει “πάμε σπίτι και θα έρθουμε ξανά”. Βγήκε ξημερώματα και του είπε ότι η καρδιά της Τζωρτζίνας βελτιώνεται».

Η 35χρονη είπε πως καθημερινά έλιωνε από την αγωνία. Περίμενε και προσευχόταν όπως ανέφερε για μια ευχάριστη είδηση από τα χείλη των γιατρών.

«Δεν επιτρεπόταν να δούμε την Τζωρτζίνα. Μας έβαλε από μακριά από την πόρτα και τι να δούμε. Ένα παιδί από το κεφαλάκι μέχρι τα πόδια της όλο καλώδια. Διασωληνωμένη, όλο σωλήνες, δεν μπορούσες να το αντέξεις. Το παιδί σου οκτώ χρονών. Τον ρωτήσαμε τι έχει. Μας είπε ότι η Τζωρτζίνα έκανε οίδημα στον εγκέφαλο μάλλον θα έχει καρδιολογικό πρόβλημα».

Η κατηγορούμενη μητέρα περιέγραψε από τη δική της οπτική γωνία τα όσα συνέβαιναν στο νοσοκομείο, όταν οι γιατροί έδιναν μάχη για να σταθεροποιήσουν την κατάσταση της μικρής Τζωρτζίνας, μετά την ανακοπή, που την άφησε τετραπληγική.

«Μας είπε ότι ανέβασε κάποια εγκεφαλική πίεση και αυτό μπορεί να έδειχνε κάτι μπορεί και τίποτα. Όλα θα τα δούμε. Αυτό ήταν. Πριν καν γίνει η μαγνητική του παιδιού, ο κ. Ηλιάδης μας καλεί μέσα στο γραφείο του. Μαζί με τον Μάνο και βλέπω στο γραφείο του όλο φωτογραφίες παιδιών. Και μου λέει τα κοιτάς; Λέω “ναι”. Και μου λέει “έχουν κάτι ηρωίδες μαμάδες”. Και υπήρχε και μια εικόνα στο κέντρο σχεδόν του τοίχου αλλού παιδιού. Δεν ήθελα να γίνω ηρωίδα μάνα γιατί δώρισα τα όργανα του παιδιού μου. Φυσικά και είναι ηρωίδες, η απόφαση τους ήταν αυτό που έπρεπε να κάνουν. Όμως εμένα το ενδιαφέρον μου ήταν στο παιδί γιατί το παιδάκι εκείνο είχε πάθει αδιευκρίνιστη ανακοπή».

Ο εν διαστάσει σύζυγος της κατηγορούμενης παρακολουθεί ανέκφραστος. Η μητέρα, ο πατριός και η αδερφή της 35χρονης, δείχνουν να κρέμονται διαρκώς από τα χείλη της και με τα νεύματα που κάνουν ότι συμφωνούν με τα λόγια της.

«Μας είπε ότι θα ήταν τετραπληγική. Δεν θα μπορούσε να περπατήσει, δεν θα μπορούσε να φάει, να καταπιεί. Δεν ήξερε καλά καλά αν θα έβλεπε ή αν άκουγε. Είχε γίνει μια κουβέντα για γονιδιακό έλεγχο, και θα προχωρούσε ο Αναστασάκης το γονιδιακό. Μετά από λίγες μέρες από την μαγνητική η Τζωρτζίνα αποσωληνώθηκε».

Δεν σκέφτηκα ποτέ να δωρίσω τα όργανα της κόρης μου, επανέλαβε η κατηγορούμενη. Υπενθυμίζεται πως για το θέμα είχε προκληθεί ένταση προ μηνών, ανάμεσα στον Ανδρέα Ηλιάδη και τον Αλέξη Κούγια.

«Μας είπαν ότι ήταν τετραπληγική, δεν θα μπορούσε να μιλήσει, να καταπιεί, ακόμα καλά καλά δεν ήξερε αν βλέπει. Με ενδιέφερε η αποκατάσταση της Τζωρτζίνας, το μέλλον, όχι να κοιτάξω πίσω αν θα πάθει μια επιπλοκή να δωρίσω τα όργανα της. Με ενδιέφερε αν θα ξαναπερπατήσει, αν θα πιάσει ξανά το μικρόφωνο να τραγουδήσει».

Στη μαραθώνια κατάθεσή της, η κατηγορούμενη μητέρα κινήθηκε στο πνεύμα και στο ύφος που αναμενόταν. Δήλωσε αθώα και άφησε αιχμές για ιατρικά λάθη, που κάποιοι στο πέρασμα του χρόνου προσπάθησαν να τις φορτώσουν για να καλύψουν τις δικές τους ευθύνες.


Πηγή