Την ευθύνη για την υπόθεση παρακολουθήσεων της ΕΥΠ, προσάπτει η Έφη Αχτσιόγλου στον Κυριάκο Μητσοτάκη, αναφέροντας χαρακτηριστικά πως είναι υπεύθυνος για το «μεγαλύτερο σκάνδαλο της μεταπολίτευσης».
Η τομεάρχης Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ–ΠΣ σε δηλώσεις της στο MEGA, στέλνει το δικό της μήνυμα προς την κυβέρνηση σχετικά με την υπόθεση.
«Είμαστε μπροστά στο μεγαλύτερο σκάνδαλο της μεταπολιτευτικής περιόδου, αποδεδειγμένο με διαβεβαίωση της ΑΔΑΕ», ανέφερε η κ. Αχτσιόγλου και πρόσθεσε: «Επί σχεδόν δύο χρόνια παρακολουθούνταν η στρατιωτική ηγεσία της χώρας από την ΕΥΠ, η ευθύνη της οποίας ανήκει στον κ. Μητσοτάκη με δική του επιλογή. Ο κ. Μητσοτάκης επέλεξε να παρακολουθεί τη στρατιωτική ηγεσία της χώρας, κορυφαίο υπουργό της κυβέρνησης, δημοσιογράφους και πολιτικούς. Αυτή η ευθύνη τον βαραίνει σε ό,τι αφορά την παραβίαση του Συντάγματος, αλλά και σε ό,τι αφορά τη λειτουργία της πολιτικής και κοινωνικής ζωής της χώρας».
Υπογράμμισε, ακόμα, ότι «όλο αυτό το διάστημα η κυβέρνηση έχει χρησιμοποιήσει διάφορες δικαιολογίες οι οποίες είναι εντελώς αντιφατικές μεταξύ τους. Κατέληξε ο κ. Μητσοτάκης προχθές να υποστηρίζει ότι πρόκειται για νόμιμες επισυνδέσεις. Αυτό σημαίνει ότι υπήρχε λόγος να γίνουν και όχι μόνο ότι ακολουθήθηκε η διαδικασία. Νόμιμη επισύνδεση σημαίνει ότι υπήρχε λόγος εθνικής ασφάλειας, δηλαδή ότι αυτοί οι άνθρωποι, που είναι υπεύθυνοι για να διαφυλάσσουν την ασφάλεια της χώρας, θεωρούνταν για δύο χρόνια κίνδυνος για την εθνική ασφάλεια της χώρας κάθε δύο μήνες ανανεωνόταν η εντολή παρακολούθησης».
Σημείωσε ακόμη ότι «ενώ η ΝΔ μιλούσε για ρυπαρά δίκτυα εντός της ΕΥΠ που συντόνιζαν τις παρακολουθήσεις, πλέον υποστηρίζει ότι ορθώς και δικαίως γίνονταν οι επισυνδέσεις» και επισήμανε ότι «το πρόβλημα τώρα για την κυβέρνηση δεν είναι η παρακολούθηση αλλά η αποκάλυψή της».
Εξάλλου, αναφερόμενη στις πολιτικές εξελίξεις υποστήριξε ότι «βασική προϋπόθεση για να μπορέσει να υπάρξει προοδευτική κυβέρνηση στον τόπο είναι να έρθει ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. πρώτο κόμμα. Εδώ και καιρό έχουμε απευθύνει ανοιχτή πρόσκληση στις προοδευτικές δυνάμεις, χωρίς προνομιακούς συνομιλητές και χωρίς αποκλεισμούς, στη βάση προγραμματικών θέσεων».
Πηγή