Τα ανήλικα θύματα λύνουν τη σιωπή τους, απελευθερώνονται από την καθημερινή τρομοκρατία και περιγράφουν μια σειρά από αρρωστημένα σκηνικά που κατέστρεψαν τις ζωές τους. Στις λέξεις που χρησιμοποιούν, στο ύφος και στον τόνο της φωνής τους, συμπυκνώνεται η απόλυτη φρίκη που έζησαν στα χέρια των γονιών τους.

Το Live News παρουσιάζει ένα μέρος μόνο από τα όσα είπαν τα τρία ανήλικα κορίτσια της οικογένειας, όταν κλήθηκαν να περιγράψουν την κατάσταση στο σπίτι τους. Με τον φόβο να κυριαρχεί και μια σειρά από σκηνικά απόλυτης διαστροφής που δεν δύναται να διανοηθεί άνθρωπος, να βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη της ζωής τους.

«Όταν είχαμε πάει στο άλλο μας σπίτι στο χωριό, ο πατέρας μου μας έλεγε να κυκλοφορούμε γυμνοί στο σπίτι. Μας ανάγκαζε να κυκλοφορούμε χωρίς ρούχα στο σαλόνι. Ήταν πολύ βίαιος, φώναζε και μας χτυπούσε με την μεταλλική του ράβδο», αναφέρει η 9χρονη.

Οι 3 αδερφές, ηλικίας σήμερα 9, 12 και 13 ετών κινούνται στο ίδιο μήκος κύματος. Όλες μιλούν για βιασμούς, για τα χτυπήματα που δέχονταν και τον φόβο που είχε φωλιάσει στις ψυχές τους.

«Ο μπαμπάς μου τα έκανε όλα αυτά από τότε που ήμουν 7 ετών. Ήταν βίαιος, με τραβούσε και με ανάγκαζε να κάνω πράγματα που δεν έπρεπε. Όλα αυτά γινόντουσαν στο σπίτι μας. Μια φορά ο μπαμπάς με είχε στο σαλόνι και η μαμά ήταν στο δωμάτιό της, δεν ήταν μπροστά, κοιμόταν. Συνήθως, κοιμόντουσαν και τα αδέρφια μου στα μέσα δωμάτια, τότε έμενα μόνη μαζί του», περιγράφει η 9χρονη.

«Έτσι ξεκίνησε η δική μου κακοποίηση»

Η 12χρονη κόρη του ζευγαριού αναφέρει πως κακοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον πατέρα της, όταν ήταν μόλις 6 με 7 ετών.

«Δεν θυμάμαι ποια ήταν η πρώτη φορά. Θυμάμαι αυτό που γινόταν καθημερινά. Εμένα ξεκίνησε να με κακοποιεί από την 2α δημοτικού, 1η δημοτικού κάπου εκεί. Μας έπαιρνε στην κρεβατοκάμαρα. Ήταν και οι άλλοι στο σπίτι, στα δωμάτιά τους, όταν το έκανε αυτό. Πολλές φορές μας χτυπούσε με γκλομπ».

Τα ουρλιαχτά των παιδιών ακούγονται, οι υποψίες γειτόνων τους γίνονται σταδιακά βεβαιότητα, αλλά κανείς δεν δίνει τέλος σε αυτό το μαρτύριο.

«Πάντα όταν μας χτυπούσε ή γινόταν κάτι έκανε σαν να μην είχε γίνει τίποτα. Μας έδινε ένα φιλί, μας έκανε μία αγκαλιά και τέλος», αναφέρει η 12χρονη.

«Η μαμά τα γνώριζε, τα συζητούσαμε όλοι μαζί»

Για τον ρόλο που διαδραμάτιζε η μητέρα τους, η μεγαλύτερη ηλικιακά από τις τρεις αδερφές ήταν απόλυτη:

«Και στο χωριό μου είχε γίνει. Έχουμε σπίτι εκεί. Στη Μεσσηνία, κοντά στην Καλαμάτα. Είναι το χωριό του μπαμπά μου. Είχαμε πάει το καλοκαίρι και ξανά Σεπτέμβριο – Οκτώβριο. Τότε ήμασταν όλοι, ο μπαμπάς, τα αδέλφια μου κι εγώ, εκτός από τη μαμά. Κάποιες φορές έπαιρναν και τον αδελφό μας στην κρεβατοκάμαρα. Η μαμά τα γνώριζε αυτά. Τα συζητάγαμε κι όλοι μαζί και δεν ήθελε καθόλου», είπε η 13χρονη.

Τα παιδιά συνεχίζουν. Θυμούνται τα όσα ζούσαν σε ένα σπίτι που ήταν κολαστήριο, από τα πρώτα χρόνια της ζωής τους:

«Στα κορίτσια γινόταν πολύ συχνά και πολλές φορές. Περίπου 3-4 φορές την εβδομάδα. Σε μένα άρχισε από μικρή ηλικία. Θυμάμαι ότι αυτό γινόταν από όταν πήγαινα πρώτη και δευτέρα δημοτικού. Κι ο αδελφός μου δεν ήθελε, αλλά ο πατέρας μου τον ανάγκαζε. Ο αδελφός μου τον φοβόταν πολύ. Η μαμά κάποιες φορές έλειπε και άλλες βρισκόταν μέσα στο σπίτι αλλά δεν κοίταζε. Ο πατέρας μας έπαιρνε σε ένα δωμάτιο. Μας κλείδωνε. Αντιδρούσαμε κάποιες φορές. Εγώ συγκεκριμένα του είχα πει ότι δεν θέλω αλλά με ανάγκαζε. Με έβριζε και μου έριχνε σφαλιάρες, φωνάζοντας πως αν δεν το κάνω ”θα φάω ξύλο”. Είχαμε συνέχεια τσακωμούς στο σπίτι. Ο πατέρας μου χτυπούσε και εμάς και τη μητέρα μας και αποφασίσαμε να το πούμε κάπου».

Όλα αυτά είναι ένα μέρος μόνο από τα όσα είπαν τα παιδιά και μπορεί να μεταδοθεί. Οι περιγραφές προκαλούν αποστροφή για τους γονείς και θλίψη για τα ίδια:

«Ο μπαμπάς μας έλεγε να μην κάνουμε παρέα με αγόρια. Εμείς είχαμε φίλους αλλά δεν κάναμε τίποτα. Εκείνος μας έλεγε ότι πηγαίνουμε στα μπάνια και κάνουμε κάτι με τα αγόρια και μας ζητούσε να πούμε την αλήθεια αλλιώς θα φάμε ξύλο. Εμείς λέγαμε την αλήθεια. Δεν είχαμε κάνει ποτέ κάτι τέτοιο και ούτε θα κάναμε. Αλλά μετά αναγκαζόμασταν να λέμε ψέματα γιατί δεν μας πίστευε και ξεκινούσε να μας χτυπάει. Πολλές φορές και σε εμένα και στην μαμά και στην αδελφή μου, μας έκαιγε με τον αναπτήρα στο στήθος».

Όσα είπε η 12χρονη για την περίοδο νοσηλείας της μητέρας σε ψυχιατρείο

Το 12χρονο κορίτσι, στην κατάθεσή της, μίλησε και για την περίοδο την οποία η μητέρα της νοσηλεύτηκε σε ψυχιατρική κλινική.

«Τώρα, αυτό το διάστημα, χτυπούσε τη μητέρα μου γιατί έλεγε ότι έκανε κάτι με άλλους στο ψυχιατρείο. Η μαμά μου έκατσε 3-4 μήνες στο ψυχιατρείο. Της έριχνε κλωτσιές στα πόδια, την χτυπούσε με το χέρι στο κεφάλι, την έσπρωχνε. Γενικά, όποτε έπιανε αυτό το θέμα για το ψυχιατρείο, την έσπρωχνε και την κλώτσαγε. Ο πατέρας μου έχει φωνητικά και ηχογραφήσεις της μαμάς από τότε που παρακολουθούσε το κινητό της από μια εφαρμογή που την ξέρει ο αδελφός μου. Και ο αδελφός μου παρακολουθούσε τα κινητά, χωρίς να το ξέρει ο μπαμπάς. Τις έχει κρατημένες στον υπολογιστή του αδελφού μου και τις έβαζε να τις ακούει και την χτυπούσε. Άκουγα διάφορα που της έλεγε. ‘Θα σε ξεκοιλιάσω, θα σου σπάσω όλα τα κόκαλα’ και άκουγα και την μαμά μου να φωνάζει επειδή πονούσε».

Το βίαιο ξέσπασμα του 45χρονου για έναν καφέ

Η 12χρονη μίλησε και ένα περιστατικό όπου ο πατέρας της τους χτύπησε επειδή έχυσαν έναν καφέ.

«Μία μέρα, δεν θυμάμαι πριν πόσα χρόνια, ήμασταν μόνοι στο σπίτι, παίζαμε και κάναμε μία ζημιά. Μας χύθηκαν οι καφέδες κάτω. Γύρισε ο πατέρας μας νωρίτερα στο σπίτι, τρέξαμε όλοι μέσα, μας είδε που τρέξαμε, είδε ότι ήταν όλα χυμένα κάτω και άρχισε να μας χτυπάει. Εμένα με έριξε κάτω και με πάταγε με το παπούτσι. Μου είχε γίνει μαύρο το μάτι και είχε πρηστεί όλο. Μας κλωτσούσε, μας τραβούσε από τα μαλλιά. Μετά πήγε στην δουλειά και όπως πάντα μετά, όταν γύριζε ήταν σαν να μην είχε γίνει τίποτα».

«Δεν μπορούσαμε να τα πούμε πουθενά»

Οι τρεις αδερφές περιέγραψαν και το βασανιστικό αδιέξοδο που βρίσκονταν για χρόνια. Τους είχε μάθει ο άνθρωπος που είχε το ρόλο του πατέρα ότι σε περίπτωση που μιλούσαν και αποκάλυπταν τα όσα ζούσαν, τα πράγματα θα γίνονταν ακόμα χειρότερα.

«Δε μπορούσαμε να τα πούμε και σε κάποιον. Φοβόμασταν. Πέρυσι εγώ είχα πάει στον ψυχολόγο του σχολείου αλλά δεν είπα κάτι γιατί φοβόμουν μη το πει στον μπαμπά και γίνει μετά χαμός. Γιατί η αδελφή μου, είχε μιλήσει στις φίλες της στο δημοτικό, εκείνες το είπαν στις δασκάλες και οι δασκάλες στους γονείς μας κι ο πατέρας μας την χτύπησε. Κι εμένα με έχει χτυπήσει ο μπαμπάς», ανέφερε η 13χρονη.

Ορισμένοι από τους γείτονες γνωρίζουν, εκπαιδευτικοί στο σχολείο προσπαθούν να κινήσουν τις διαδικασίες και να ενημερώσουν τις Αρχές, αλλά όλες οι προσπάθειες πέφτουν στο κενό.

Τα παιδιά είναι μόνα και φοβισμένα. Οι ζωές τους καταστρέφονται και οι πληγές που έχουν ανοίξει στις ψυχές τους, είναι αδύνατον να επουλωθούν.

«Όταν πήγαινα στο δημοτικό με χτυπούσε πάρα πολύ. Σφαλιάρες, να με σηκώνει στον αέρα και με το γκλομπ, πάρα πολύ. Και με ζωστήρα. Θυμάμαι να μας πατάει με τα πόδια του. Μάτωνα στη μύτη και στα χέρια κάποιες φορές. Άλλες φορές μας έκαιγε με αναπτήρα. Εμένα στο στήθος», είπε η 13χρονη.

Όλα αυτά τα χρόνια, όσες φορές προσπάθησαν να στείλουν σήματα για βοήθεια, έμειναν μόνα. Αφημένα στην τύχη τους. Στα άρρωστα σχέδια των γονιών τους. Καταδικασμένα από μια ολόκληρη κοινωνία, όπως φαίνεται, να υποφέρουν. Να επιστρέφουν σε ένα σπίτι κολαστήριο. Κανείς δεν τα έσωσε. Κανείς δεν έδωσε τέλος σε όλες αυτές τις φρικιαστικές καταστάσεις που περιέγραψαν τα ίδια.


Πηγή