Η Γερμανία με μια ιστορική απόφαση στέλνει Leopard 2 στην Ουκρανία. Και ενώ ειδικοί στο διεθνές δίκαιο κάνουν τις εκτιμήσεις τους στην Deutche Welle, υποστηρίζοντας πως δεν εισέρχεται στον πόλεμο με την αποστολή βαρέων αρμάτων, το γερμανικό μέσο εκφράζει αμφιβολίες στο κατά πόσο μπορεί να μπει η χώρα στο «μάτι» του Βλαντίμιρ Πούτιν.
Αμέσως μετά την ανακοίνωση της γερμανικής κυβέρνησης για αποστολή βαρέων αρμάτων μάχης Leopard 2 προς στήριξη του ουκρανικού στρατού ήρθε η απάντηση του Κρεμλίνου διά του εκπροσώπου του Ντμίτρι Πεσκόφ την Πέμπτη μέσω του πρακτορείου Interfax: «Όλα όσα κάνει η δυτική συμμαχία και οι πρωτεύουσες σε Ευρώπη και ΗΠΑ εκλαμβάνονται από τη Μόσχα ως άμεση εμπλοκή στον πόλεμο».
Τι προβλέπει η Χάρτα του ΟΗΕ
Όλα όσα επιρρίπτει η Μόσχα στη Δύση, ήταν αυτά που εδώ και καιρό ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς ήθελε να αποφύγει. «Δεν πρέπει να οδηγηθούμε σε έναν πόλεμο ΝΑΤΟ – Ρωσίας» ανέφερε ο Γερμανός καγκελάριος τονίζοντας ότι η Γερμανία σε καμία περίπτωση δεν θα γίνει εμπόλεμο μέρος.
Ειδικοί στο διεθνές δίκαιο συμφωνούν με τον Όλαφ Σολτς. Σύμφωνα με τη Χάρτα του ΟΗΕ κάθε χώρα – μέλος οφείλει να απέχει από οποιαδήποτε απειλή η χρήση βίας που στρέφεται κατά της εδαφικής ακεραιότητας και ανεξαρτησίας άλλης χώρας – μέλους. Με την εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, η Ρωσία παραβίασε αυτόν ακριβώς τον κανόνα. Βάσει της Χάρτας σε μια τέτοια περίπτωση κάθε χώρα έχει δικαίωμα να υπερασπιστεί τον εαυτό της, ατομικά ή συλλογικά.
Νόμιμη η αποστολή βαρέων όπλων στην Ουκρανία
Αυτό σημαίνει παράλληλα ότι τρίτες χώρες μπορούν να προμηθεύσουν τη χώρα που δέχεται επίθεση με όπλα ή να ξεκινήσουν εκπαιδευτικές αποστολές. Ως προς το είδος των βαρέων όπλων δεν γίνεται διάκριση. Μάλιστα σύμφωνα με τον διεθνολόγο Μάρκους Κραγέφσκι από το Πανεπιστήμιο του Ερλάνγκεν – Νυρεμβέργης σύννομη θα ήταν ακόμη και η αποστολή ενόπλων δυνάμεων από άλλες χώρες στην Ουκρανία.
«Κάθε επίθεση που εξαπολύει η Ρωσία στην Ουκρανία αποτελεί συνέχεια της παραβίασης του διεθνούς δικαίου. Η Ρωσία θα συμπεριφερθεί σύμφωνα με όσα ορίζει το διεθνές δίκαιο μόνο αν αποσύρει τα στρατεύματά της εκτός ουκρανικών συνόρων».
Όμως κάτι τέτοιο δεν διαφαίνεται προς το παρόν. Αντίθετα ειδικοί σε θέματα διεθνούς δικαίου, όπως ο Ρόντεριχ Κίζεβετερ από τους Χριστανιοδημοκράτες, αναμένουν την άνοιξη νέα μεγάλη επίθεση από τους Ρώσους.
Όπως ανέφερε στην DW «η Ρωσία χρησιμοποίησε τον χειμώνα για να προωθήσει την επιστράτευση και την εκπαίδευση Ρώσων στρατιωτών και να ενισχύσει τις προμήθειες πυρομαχικών υλών. Η Ουκρανία δεν έχει καταφέρει ακόμη να καλύψει τις υλικές απώλειες που έχει υποστεί». Ο Κίζεβετερ εκτιμά απαραίτητη, λοιπόν, τη μετάβαση σε δυτικού τύπου μοντέλα αρμάτων.
Ερμηνεύοντας τη δήλωση της Μπέρμποκ
Εν τω μεταξύ, την περασμένη Τρίτη η Γερμανίδα υπουργός Εξωτερικών, Αναλένα Μπέρμποκ, ζήτησε περισσότερη συνοχή μεταξύ των δυτικών συμμάχων, δηλώνοντας μάλιστα ενώπιον του Συμβουλίου της Ευρώπης στο Στρασβούργο:
«Δίνουμε μια μάχη εναντίον της Ρωσίας και όχι ο ένας εναντίον του άλλου». Τα ρωσικά κρατικά μέσα ενημέρωσης χρησιμοποίησαν τη δήλωση αυτή ως κεντρικό σημείο για την πολεμική προπαγάνδα τους – ως απόδειξη ότι η Γερμανία και άλλες χώρες της ΕΕ έχουν εμπλακεί άμεσα στον πόλεμο στο πλευρό της Ουκρανίας και πολεμούν εναντίον της Ρωσίας.
Και το Foreign Office των ΗΠΑ ερμήνευσε πάντως τη δήλωση Μπέρμποκ κατόπιν ερωτήσεων από διάφορα ΜΜΕ και μέσα κοινωνικής δικτύωσης σημειώνοντας ότι: «Η Ρωσία διεξάγει έναν βίαιο πόλεμο κατά της Ουκρανίας. Πρόκειται για έναν πόλεμο ενάντια στην ευρωπαϊκή τάξη, η οποία εδράζεται στην ειρήνη και το διεθνές δίκαιο».
Η αντίδραση του Κρεμλίνου στη δήλωση της Μπέρμποκ
Εξάλλου, η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, Μαρία Ζαχάροβα, ζήτησε εξηγήσεις από τον Γερμανό πρέσβη στη Μόσχα σχετικά με τις «αντιφατικές» δηλώσεις του Βερολίνου. Από τη μία πλευρά, η Γερμανία δήλωσε ότι δεν συμμετέχει στη σύγκρουση στην Ουκρανία. Από την άλλη πλευρά, η Μπέρμποκ είπε ότι οι χώρες της Ευρώπης βρίσκονταν σε πόλεμο με τη Ρωσία. «Καταλαβαίνουν οι ίδιοι τι λένε;», έγραψε η Ζαχάροβα στο ειδησεογραφικό κανάλι Telegram.
Τα ρωσικά κρατικά μέσα ενημέρωσης εκμεταλλεύτηκαν με ευγνωμοσύνη αυτή τη δήλωση ως φράση – κλειδί για την πολεμική προπαγάνδα – ως απόδειξη ότι η Γερμανία και οι άλλες χώρες της ΕΕ ήταν άμεσα εμπλεκόμενες στη σύγκρουση στην Ουκρανία και πολεμούσαν εναντίον της Ρωσίας. Το θέμα τροφοδοτείται στο Twitter κυρίως από το δεξιό στρατόπεδο. Εκεί, η λέξη «κήρυξη πολέμου» χρησιμοποιείται ξανά και ξανά.
Σολτς: Δεν θα στείλουμε μαχητικά αεροσκάφη ή χερσαίες δυνάμεις
Εν τω μεταξύ, ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς τόνισε πως δεν τίθεται ζήτημα παράδοσης μαχητικών αεροσκαφών ή αποστολής χερσαίων δυνάμεων στην Ουκρανία και προειδοποίησε για τον κίνδυνο «διαρκούς πλειοδοσίας» για οπλικά συστήματα. Επανέλαβε δε ότι προϋπόθεση για την εξομάλυνση της κατάστασης στην Ουκρανία είναι η αποχώρηση των ρωσικών δυνάμεων και ότι στόχος παραμένει η αποτροπή αντιπαράθεσης του ΝΑΤΟ με τη Ρωσία.
«Θα μιλήσω και πάλι με τον (Βλαντίμιρ) Πούτιν, διότι είναι απαραίτητο να μιλάμε μεταξύ μας. Εναπόκειται σε αυτόν να αποσύρει τα στρατεύματα από την Ουκρανία και να τελειώσει αυτόν τον τρομερό και παράλογο πόλεμο που έχει κοστίσει τις ζωές εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων. Όσο η Ρωσία συνεχίζει τον πόλεμο με αμείωτη επιθετικότητα, η τρέχουσα κατάσταση δεν θα αλλάξει», δηλώνει ο κ. Σολτς σε συνέντευξή του στην Tagesspiegel και διευκρινίζει ότι οι μέχρι τώρα συνομιλίες του με τον ρώσο πρόεδρο «δεν γίνονται σε αγενή τόνο», αλλά ο κ. Πούτιν έχει επανειλημμένα καταστήσει σαφές ότι προτίθεται «να ενσωματώσει τμήματα της γειτονικής του χώρας δια της βίας». Αυτό είναι απαράδεκτο, δηλώνει ο καγκελάριος.
Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το ενδεχόμενο οι δυτικοί σύμμαχοι να στείλουν στην Ουκρανία μαχητικά αεροσκάφη ή χερσαίες δυνάμεις, ο Όλαφ Σολτς κάνει λόγο για «τον κίνδυνο διαρκούς πλειοδοσίας σχετικά με τα οπλικά συστήματα» και ξεκαθαρίζει ότι το Βερολίνο θα συνεχίσει να λαμβάνει αποφάσεις σε συντονισμό με τους διεθνείς εταίρους του, αλλά το ζήτημα αεροσκαφών ή στρατού δεν τίθεται καν.
«Όταν δεν έχει προλάβει να ληφθεί μία απόφαση και ξεκινά στη Γερμανία η επόμενη συζήτηση, αυτό δεν είναι δείγμα σοβαρότητας και κλονίζει την εμπιστοσύνη των πολιτών στις κυβερνητικές αποφάσεις. Τέτοιες συζητήσεις δεν θα πρέπει να διεξάγονται για λόγους ενίσχυσης του εγχώριου πολιτικού προφίλ», επισημαίνει με το βλέμμα στην πρόσφατη απόφαση αποστολής αρμάτων μάχης Leopard 2 στην Ουκρανία.
Πηγή