Μπορεί να διατηρεί μεγάλη διαφορά από το ΠΑΣΟΚ που δείχνει να σταθεροποιείται στη θέση της – δημοσκοπικής – αξιωματικής αντιπολίτευσης, όμως είναι σαφές ότι εισπράττει πολιτικό κόστος για κρίσιμες επιλογές που έχει κάνει, με τους πολίτες να βγάζουν «κόκκινη κάρτα» στην κυβέρνηση και στον πρωθυπουργό για ζητήματα της καθημερινότητας όπως είναι η καλπάζουσα ακρίβεια ή η αύξηση της εγκληματικότητας.

Η πρώτη διαπίστωση της έρευνας είναι ότι αυξάνεται το ποσοστό των ανθρώπων που πιστεύουν ότι τα πράγματα πάνε προς τη λάθος κατεύθυνση, που ανεβαίνει ξανά στο 60%, την ώρα που το ποσοστό αυτών που πιστεύουν ότι πάνε προς τη σωστή κατεύθυνση υποχωρεί στο 34%, αντιστρέφοντας μια τάση βελτίωσης της συνολικής εικόνας.

Αυτή η γενικότερα αρνητική εικόνα για τα πράγματα αποτυπώνεται και στην υποχώρηση του δείκτη οικονομικής εμπιστοσύνης, δηλαδή του μέσου όρου ανάμεσα στο ισοζύγιο της αξιολόγησης της σημερινής οικονομικής κατάστασης της χώρας και του ισοζυγίου της πρόβλεψης για την οικονομία, στο -41.

Αυξάνεται το ποσοστό των ανθρώπων που πιστεύουν ότι τα πράγματα πάνε προς τη λάθος κατεύθυνση και ανεβαίνει ξανά στο 60%

Αυτό ενισχύεται και από το ποια προβλήματα υπογραμμζουν οι πολίτες. Έτσι, στις αυθόρμητες απαντήσεις για τα πιο σημαντικά προβλήματα της χώρας, η ακρίβεια βρίσκεταισ την κορυφή, με 44%, ακολουθεί η συναφής ως προς το περιεχόμενο οικονομία με 26%, με πιο κάτω την ανεργία, την εγκληματικότητα και την ανασφάλεια /ανεπάρκεια της κυβέρμνησης.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν όμως και τα προβλήματα στην αντιμετώπιση των οποίων η κυβέρνηση έχει αποτύχει. Έτσι, η κυβέρνηση έχει τις χειρότερες επιδόσεις στο θέμα της εγκληματικότητας, όπου το ισοζύγιο θετικών και αρνητικών γνωμών είναι ιδιαίτερα αρνητικό (-66%), στη δημόσια υγεία (-59%), στην αντιμετώπιση του πληθωρισμού (-59%) και στην αντιμετώπιση της διαφθορας (-54%). Αντιθέτως, καλή βαθμολογία δίνουν οι πολίτες στην προσέλκυση τουρισμού, στην ψηφιακό μετασχηματισμό του κράτους, στην αμυντική θωράκιση της χώρας και στην εξωτερική πολιτική.

Ως προς τα ελληνικά οι θετικές και οι αρνητικές γνώμες να δείχνουν να ισοσκελίζονται, με τις θετικές να είναι 40% και τις αρνητικές 38%, πράγμα που δείχνει υποχώρηση των θετικών γνωμών και άνοδο των αρνητικών.

Ιδιαίτερα αρνητικές είναι οι γνώμες των πολιτών για την αντιμετώπιση του προβλήματος του πληθωρισμού, με το 77% των ερωτωμένων να έχουν αρνητική γνώμη και μόλις το 14% να θεωρεί ότι όντως κάτι κάνει η κυβέρνηση. Αυτό είναι αναμενόμενο, εάν δούμε πόσο απασχολεί την κοινωνία το συνεχιζόμενο κύμα ακρίβειας, ιδίως σε προϊόντα όπως τα τρόφιμα.

Αντίστοιχα, αποτυχημένη θεωρούν οι ερωτώμενοι την κυβέρνηση στο θέμα της εγκληματικότητας. Οι αρνητικές γνώμες για την κυβερνητική διαχείριση του προβλήματος φτάνουν το 77% και μόνο το 11% έχει κάπως θετική γνώμη, αποτυπώνοντας και ένα ευρύτερο αίσθημα ανασφάλειας που αρχίζει και δημιουργείται.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει και η άποψη των πολιτών για το ζήτημα των ατομικών δικαιωμάτων, ένα θέμα που έχει πάρει το τελευταίο διάστημα και διεθνείς διαστάσεις ύστερα από το σφυροκόπημα της χώρας μας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με ζητήματα κράτους δικαίου. Το 48% των ερωτώμενων είχαν αρνητική γνώμη για τον τρόπο που χειρίζεται τα ατομικά δικαιώματα η κυβέρνηση και μόνο το 30% υποστηρίζει ότι τα πάει καλά η κυβέρνηση στο συγκεκριμένο θέμα. Στοιχείο που δείχνει ότι η προσπάθεια του πρωθυπουργού να παρουσιάσει ένα «φιλελεύθερο» πρόσωπο δεν εισπράττεται ως τέτοια από την κοινή γνώμη.

Όμως, παρά την εμφανή φθορά της κυβέρνησης και την αύξηση στοιχείων δυσαρέσκειας για το κυβερνητικό έργο και τους χειρισμούς διαφόρων ζητημάτων, η φθορά της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι ακόμη μεγαλύτερη και είναι πια εμφανές ότι η κρίση του ΣΥΡΙΖΑ επέτεινε μια αρνητική εικόνα. Το αποτέλεσμα είναι ενώ οι θετικές γνώμες για την κυβέρνηση υποχωρούν στο 34%, υποχωρούν και οι θετικές γνώμες για την αξιωματική αντιπολίτευση, που πλέον είναι μόλις στο 8%. Αντίστοιχα, οι αρνητικές γνώμες για την κυβέρνηση βρίσκονται στο 59% και για την αξιωματική αντιπολίτευση στο εντυπωσιακό 86%.

Παρά την εμφανή φθορά της κυβέρνησης, η φθορά της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι ακόμη μεγαλύτερη

Η σχετική φθορά αποτυπώνεται και στη μικρή υποχώρηση των θετικών γνωμών για τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, από το 44% στο 42% με τις αρνητικές να φτάνουν το 53%. Και εδώ αποτυπώνεται χαμηλό ποσοστό θετικών γνωμών για τον επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ Στέφανο Κασσελάκη, που φτάνει μόλις το 16%.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης παραμένεις ο πολιτικός με τις περισσότερες θετικές γνώμες στην ερώτηση για τον καταλληλότερο πρωθυπουργό παρότι έχει και αρκετές αρνητικές γνώμες. Δεύτερος πρωθυπουργός σε δημοτικότητα αναδεικνύεται ο Δημήτρης Κουτσουμπας, που φαίνεται ότι πέραν της διεύρυνσης της επιρροής του ΚΚΕ, έχει και θετικές γνώμες ως πρόσωπο. Ο Νίκος Ανδρουλάκης έχει 37% θετικές γνώμες και 56% αρνητικές, μπροστά από την Ζωή Κωνσταντοπούλου με 32%.

Στο χώρο της άκρας δεξιάς ο Κυριάκος Βελόπουλος φαίνεται πως κατοχυρώνει μια θέση που αποτυπώνεται και στο 24% των θετικών γνωμών. Αντιθέτως, ο Στέφανος Κασσελάκης εξακολουθεί, ακόμη και τώρα που πια είναι ένα οικείο πρόσωπο και όχι ένας άγνωστος πολιτικός, εξακολουθεί να έχει χαμηλή δημοτικότητα στο 22%, όσο παίρνει και ο επικεφαλής της Νέας Αριστεράς, Αλέξης Χαρίτσης.

Ενδιαφέρον έχει πώς κινείται η δημοτικότητα των πολιτικών ανάλογα με την πολιτική τοποθέτηση των ερωτώμενων. Ο Δημήτρης Κουτσούμπας έχει την πιο υψηλή δημοτικότητα στους αριστερούς αλλά και στους κεντροαριστερούς, με τον πρωθυπουργό και τον Νίκο Ανδρουλάκη να τον περνούν μόνο στους κεντρώους, κεντροδεξιούς και δεξιούς.

Αντιθέτως, ο Στέφανος Κασσελάκης προηγείται του Νίκου Ανδρουλάκη μόνο στους αριστερούς, ενώ στους κεντροαριστερούς τον φτάνει και ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Ο Νίκος Ανδρουλάκης τα πιο υψηλά ποσοστά του στους κεντροαριστερούς και τους κεντροδεξιούς. Τέλος ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει την κορυφαία του επίδοση στους κεντροδεξιούς, με 81% όμως σε όσους δηλώνουν «δεξιοί» υποχωρεί στο 62%.

Όταν, όμως, ερχόμαστε στην ερώτηση για τον καταλληλότερο πρωθυπουργό, τότε φαίνεται ότι στο φόντο των συνολικών συσχετισμών ο πρωθυπουργός διατηρεί ένα πολύ καθαρό προβάδισμα με μια μικρή υποχώρηση στο 41%. Μεγαλύτερος αντίπαλός του παραμένει ο… κανένας, αφού αυτή η επιλογή παίρνει το 32%, ενώ ο Στέφανος Κασσελάκης έχει μόνο 6% και 5% ο Νίκος Ανδρουλάκης.

Ως προς τις ερωτήσεις για τους κομματικούς συσχετισμούς, στην ερώτηση για τα όρια εκλογικής επιρροής, που μετράει εάν υπάρχει έστω και μικρή πιθανότητα να ψηφίσει κάποιος ένα κόμμα, στην κορυφή βρίσκεται το ΠΑΣΟΚ με 49% και ακολουθεί η ΝΔ, με 47%, ενώ έχει ενδιαφέρον ότι είναι ελαφρά περισσότεροι αυτοί που θα μπορούσαν να ψηφίσουν το ΚΚΕ (28%) από ό,τι τον ΣΥΡΙΖΑ (27%).

Αυτό δείχνει ένα σοβαρό πρόβλημα για την εκλογική επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς ένα εντυπωσιακό 73% δηλώνει ότι δεν θα τον ψήφιζε σε καμία περίπτωση.

Όλα αυτά αποτυπώνονται και στην πρόθεση ψήφου. Η Νέα Δημοκρατία εμφανίζει απώλειες πάνω από 2%, καθώς από 30,9% στην προηγούμενη δημοσκόπηση υποχωρεί στο 30,9%. Ο ΣΥΡΙΖΑ για πρώτη φορά υποχωρεί στη ζώνη των «μονοψήφιων» ποσοστών με 9,7, ενώ το ΠΑΣΟΚ «κατοχυρώνεται» ως δημοσκοπική αξιωματική αντιπολίτευση, με μια μικρή υποχώρηση από το 11,4% στο 11% και το ΚΚΕ εμφανίζει μικρή άνοδο στο 8,2%.

Αντίστοιχα, άνοδο εμφανίζει στον χώρο της ακροδεξιάς και τη Ελληνική Λύση, στο 6,6%, την ώρα που η Νέα Αριστερά εμφανίζει μια μικρή άνοδο στο 2,4%.


Ενδιαφέρον έχουν και οι μετακινήσεις. Η ΝΔ έχει τις μεγαλύτερες απώλειες ψήφου προς την Ελληνική Λύση, ο ΣΥΡΙΖΑ προς την Νέα Αριστερά, το ΠΑΣΟΚ προς το ΚΚΕ.



Η τελική εκτίμηση ψήφου που κάνει αυτή τη στιγμή η δημοσκόπηση της Metrion Analysis έχει τη Νέα Δημοκρατία στο 35,2%, πιο κάτω από το 38% του Δεκεμβρίου, το ΠΑΣΟΚ στο 13,7% (14% τον Δεκέμβριο), το ΣΥΡΙΖΑ να υποχωρεί στο 12,1%, το ΚΚΕ να ανεβαίνει στο 10,3%. Είναι μια εικόνα που δείχνει ότι γύρω από τη δεύτερη και την τρίτη θέση θα δοθεί μια πραγματική μάχη όταν γίνουν εκλογές.

Στο χώρο της ακροδεξιάς προβλέπει άνοδο της Ελληνικής Λύσης και βλέπει Σπαρτιάτες και Νίκη σε οριακές θέσεις. Αντιθέτως, βλέπει την Πλεύση Ελευθερία να διατηρεί ποσοστό εισόδου στη Βουλή, το ΜέΡΑ25 να μένει εκτός και τη Νέα Αριστερά να είναι στο όριο.

Προκύπτει είναι μια κοινωνία δυσαρεστημένη για το πώς πάνε τα πράγματα, με τη δυσαρέσκεια να μη βρίσκει διέξοδο


Όπως φαίνεται και από τα διαχρονικά στοιχεία, η κυβέρνηση αυτή τη φορά δείχνει να έχει πραγματικό κόστος από επιλογές που αποτυπώνεται και εκλογικά, χωρίς όμως να κλονίζεται η σχετική κυριαρχία της εξαιτίας της υποχώρησης και της αντιπολίτευσης. Στην πραγματικότητα αυτό που προκύπτει είναι μια κοινωνία που κατά βάση είναι δυσαρεστημένη για την κατάσταση των πραγμάτων, ιδίως για αυτά που αφορούν την καθημερινότητα, με τη δυσαρέσκεια να μη βρίσκει διέξοδο.

Σε αυτή τη γενική δυσαρέσκεια προστίθεται και η αντίδραση του πιο συντηρητικού τμήματος του εκλογικού σώματος για θέματα όπως ο γάμος των ομόφυλων, που δείχνει να τροφοδοτεί εν μέρει και πιο δεξιούς σχηματισμούς.

Όλα αυτά διαμορφώνουν μια αντιφατική εικόνα, όπου υπάρχει ένας πόλος, ο κυβερνητικός που δείχνει πιο συμπαγής και ως ένα βαθμό ταυτίζεται και με αυτούς που θεωρούν ότι τα πράγματα πηγαίνουν σχετικά προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά είναι μειοψηφικός και από την άλλη ένα πλειοψηφικό κοινωνικό φάσμα δυσαρέσκειας, που όμως κατακερματίζεται ως προς τις πολιτικές εκπροσωπήσεις.

Ως αποτέλεσμα την ώρα που η ΝΔ αναδεικνύεται ηγεμονική, έστω και με απώλειες στον χώρο δεξιότερα του κέντρου, στον χώρο αριστερότερα του κέντρου κανένα σχήμα δεν μπορεί αυτή τη στιγμή να διεκδικήσει ηγεμονία.


Πηγή