Υποστηρίζει ότι δεν γνώριζε την πραγματική ταυτότητα του δράστη, ότι ο ίδιος δεν έχει το παραμικρό μερίδιο ευθύνης για τους τρεις τραυματισμούς. Όπως είπε, δεν ήξερε ότι ο 37χρονος οπλοφορούσε και πολύ περισσότερο τα όσα είχε στο μυαλό του.

«Tον 37χρονο τον γνώρισα πριν από ένα χρόνο στην Αθήνα, κάναμε στενή παρέα τους τελευταίους 7 μήνες. Η πρώτη επαφή έγινε σε ένα καφέ στην περιοχή του Αγίου Παύλου στο κέντρο. Κάθε φορά που με καλούσε για φαγητό ή ποτό, πήγαινα μαζί του. Δεν γνώριζα ότι είχε βαρύ ποινικό παρελθόν, δεν ήξερα σωστά ούτε το όνομά του. Με άλλο όνομα τον γνώρισα και αλλιώς μου το αναφέρατε εσείς», είπε ο 33χρονος στους αστυνομικούς.

Γνώριμος των Αρχών

Ο έλεγχος στον φάκελο του 33χρονου έδειξε πάντως πως ο ίδιος είχε απασχολήσει τους αστυνομικούς κατ’ επανάληψη. Το 2008 φέρεται να συμμετείχε σε υπόθεση διακίνησης μεταναστών. Δυο χρόνια μετά κατηγορήθηκε για διακίνηση ναρκωτικών. Το 2012 το όνομά του ενεπλάκη σε εγκληματική οργάνωση για κλοπές, όπλα και ναρκωτικά.

Υπάρχει όμως και συνέχεια. Το 2018 κατηγορήθηκε για απόπειρα ανθρωποκτονίας, ένα χρόνο μετά για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση σχετικά με υποθέσεις πλαστογραφίας και κλοπών, με τους αστυνομικούς να διαπιστώνουν ότι του είχαν επιβληθεί περιοριστικά μέτρα.

Γεμάτος στοιχεία και ο φάκελος του 37χρονου πιστολέρο που καταζητείται. Είχε απελαθεί δύο φορές από την Ελλάδα τον Ιανουάριο και Μάρτιο του 2012. Είχε καταδικαστεί στην Αλβανία για τρεις ένοπλες ληστείες και μια απόπειρα ανθρωποκτονίας. Του επιβλήθηκε ποινή 13 χρόνων και 4 μηνών, με τον ίδιο να αποφυλακίζεται στα 8 έτη.

Στην τελευταία ληστεία το 2012 που συνελήφθη, σκοτώνεται ο αδελφός του. Από εκείνη τη μέρα χρησιμοποιούσε το όνομα του δολοφονημένου αδελφού του και κατάφερε να μπαίνει στην Ελλάδα. Το όνομά του στα ελληνική σημαίνει «τυχερός», με τη δράση του να απασχολεί έντονα τα τελευταία χρόνια τους αστυνομικούς και την κοινή γνώμη της Αλβανίας.

Το δίδυμο των δραστών όπως ανέφερε ο 33χρονος ξεκίνησε το βράδυ του περασμένου Σαββάτου από το Κολωνάκι. Μαζί τους αρχικά ήταν ακόμα ένας φίλος τους.

«Το βράδυ του Σαββάτου με πήρε τηλέφωνο στις δύο τα ξημερώματα. Κοιμόμουν, αλλά δεν μου έκανε εντύπωση, γιατί ο 37χρονος είχε χωρίσει πριν 2 μήνες και ήταν τρελαμένος, επειδή τον παράτησε η πολύ μικρή φίλη του. Μου είπε πως ‘δεν είμαι καλά και θέλω να πάμε κάπου να πιούμε ένα ποτό’», είπε ο 33χρονος στους αστυνομικούς.

Τα ξημερώματα οι δυο τους φτάνουν στο Γκάζι και ο χρόνος αρχίζει να μετράει αντίστροφα για τους πυροβολισμούς.

«Στο Γκάζι συνέχισε να πίνει και εγώ ήπια μισό ποτό. Όταν βγήκαμε από το μπαρ στο Γκάζι από το αλκοόλ, δεν μπορούσε να οδηγήσει το αυτοκίνητο. Βλέπει απέναντι από το μπαρ μια πιτσαρία και μου λέει ‘κάτσε στο αυτοκίνητο να πάρω μια πίτσα να στανιάρω’».

Ο 33χρονος ρωτήθηκε για το πώς άναψαν τα αίματα στο σημείο και προσπάθησε να ρίξει όλη την ευθύνη στον καταζητούμενο.

«Λίγο πριν είχε βρέξει και επειδή το αυτοκίνητο ήταν μεγάλο, πάτησε σε μια λακκούβα με νερό και έβρεξε την παρέα των παιδιών που ήταν στο πεζοδρόμιο. Ένας από τους νεαρούς γύρισε και του είπε ‘Τι κάνεις ρε μ@λ@κ’. Είχε ένα μπουκάλι στο χέρι και του το πετάει. Ήταν κατεβασμένο το τζάμι του αυτοκινήτου και ο 37χρονος νευρίασε. Σταματάει το τζιπ και μάλιστα σταμάτησαν και άλλα αυτοκίνητα που ήταν πίσω μας. Κατεβαίνει κάτω και του ζητάει τον λόγο ‘ποιον είπες μ@λ@κ ρε’. Κατεβαίνω και εγώ για να προσπαθήσω να τον συγκρατήσω», είπε ο 33χρονος στους αστυνομικούς.

«Δεν ήξερα ότι κουβαλούσε όπλο»

«Εκείνη τη στιγμή έρχονται τα δυο αδέλφια από την Κρήτη, με πλησιάζει και με φτύνει στο πρόσωπο. Ενστικτωδώς του έριξα ένα χαστούκι και τότε το άλλο παιδί δίνει μια γροθιά στον 37χρονο. Τα πράγματα ξέφυγαν τότε και ο 37χρονος έβγαλε το πιστόλι και τους πυροβόλησε. Εγώ δεν ήξερα ότι κουβαλάει όπλο μαζί του», είπε ο 33χρονος.

Αμέσως μετά, και οι δύο ατάραχοι γυρίζουν την πλάτη στα θύματα και επιστρέφουν στο όχημά τους, χωρίς να τρέχουν και χωρίς καμιά από τις κινήσεις τους να δείχνει πανικό.

«Γυρνάει και μου λέει ‘μπες μέσα στο αυτοκίνητο να φύγουμε’. Φοβήθηκα. Δεν του είπα τίποτα. Είχα την αίσθηση πως αν του πω κάτι, θα έριχνε και σε μένα. Μόλις μπήκα στο τζιπ, έκανα εμετό και το μόνο που του λέω είναι να πάμε στην Αστυνομία να παραδοθούμε. Εκείνος δεν μίλαγε. Είπε μόνο ‘θα σε πάω σπίτι’. Με άφησε και εξαφανίστηκε», είπε ο 33χρονος.

Οι έρευνες για τον 37χρονο πιστολέρο συνεχίζονται, με τον 33χρονο που παραμένει υπό κράτηση να ετοιμάζεται σε συνεργασία με τη δικηγόρο του για την αυριανή του απολογία.


Πηγή