Από τον Ωροπό στον Πανιώνιο και από τη Νέα Σμύρνη στον Πειραιά για τον Ολυμπακό. Στα 21 του στέφθηκε πρωταθλητής με τη «μεγαλύτερη ομάδα στην Ελλάδα», όπως είπε στο Gazzetta. Στο Βέλγιο, πάντω που ήταν έτοιμος για μεταγραφή στους «μεγάλους του πρωταθλήματος, ήρθε ένας δεύτερος χιαστός. Δεν τον λύγισε. Τίποτα δεν θα μπορούσε εξάλλου να βάλει στοπ στα όνειρά του.
Στα 19 του, όντας ο προστάτης της οικογένειάς του και έχοντας χάσει το μπαμπά του τόσο ξαφνικά, έπρεπε να κουβαλήσει εκείνος όλες τις ευθύνες. Η οικογένειά του έπρεπε να ζήσει μέσω του συμβολαίου που είχε στον Πανιώνιο. Τι άλλο πιο δυνατό απ’ αυτό, λοιπόν, θα ήταν ικανό να τον σταματήσει.
Στα 30 του, ο Δημήτρης Κολοβός, αγωνίζεται στην Ινδονησία για την Ντέβα Γιουνάιτεντ. Εχει ήδη σκοράρει το παρθενικό του γκολ εκεί. Πλέον βρίσκεται στον 6ο σταθμό της πλούσιας καριέρας του – εκτός Ελλάδας – καθώς έχει ήδη παίξει σε Βέλγιο, Ολλανδία, Κύπρο, Μολδαβία και Τουρκία.
Στα highlights του η τεράστια νίκη με την Σέριφ επί της Ρεάλ Μαδρίτης μέσα στο Μπερναμπέου, αλλά ο ίδιος ξεκαθαρίζει ότι το να σκοράρεις με την Εθνική είναι κάτι πολύ δυνατό.
Και μπροστά σε όσα θα μπορούσε κανείς να σταθεί για τις ποδοσφαιρικές του ικανότητες, ο Δημήτρης Κολοβός δεν μπορεί να βάλει δίπλα σ’ αυτό τίποτα άλλο πέρα από την οικογένειά του. Αυτό είναι μένει στο τέλος, όπως ο ίδιος μας λέει.
«Νιώθω γεμάτος όταν επιστρέφω στο σπίτι και με περιμένουν οι κόρες μου κι η γυναίκα μου. Ο γιος μου είναι ακόμη πολύ μικρός. Η οικογένειά μου με κάνει πιο χαρούμενο από το ποδόσφαιρο και αυτό κρατάω απ’ όσα έχω ζήσει μέχρι σήμερα».
Ο Δημήτρης Κολοβός στο Gazzetta, στην πρώτη του μεγάλη συνέντευξη – εξομολόγηση, μετά τη μετακόμισή του στην Ινδονησία.
«Ήρθα στην Ινδονησία γιατί θέλω ένα καλύτερο αύριο για τα παιδιά μου»
Κατ’ αρχάς θα ήθελα να μας πεις πώς προέκυψε η προοπτική της Ινδονησίας.
«Υπήρξε ένα ενδιαφέρον… Τηλεφώνησαν σ’ εμένα και στο μάνατζερ μου. Στη συνέχεια μας είπαν την ομάδα κι έψαξα γι αυτήν. Οικονομικά, η πρόταση ήταν πολύ καλή. Στην αρχή ήθελαν να κλείσουμε για έναν χρόνο, αλλά τους εξήγησα ότι για να πάω σε μια τόσο μακρινή χώρα με την οικογένειά μου θα έπρεπε η πρότασή τους να είναι για δύο χρόνια. Δέχτηκαν την επιθυμία μου κι επειδή τα χρήματα ήταν πολύ καλά δέχτηκα να έρθω. Είχα προτάσεις από την Ευρώπη, όπως από την Φαρούλ και 2-3 ακόμα. Δεν ξέρω αν έκανα καλή επιλογή, αλλά μέχρι στιγμής είναι όλα πολύ καλά εδώ κι εύχομαι στο τέλος να δικαιωθώ. Η οικογένειά μου δέχτηκε να έρθουμε, ήταν σύμφωνη μαζί μου, οπότε δεν έμενε κάτι άλλο εκτός από το να πάρω εγώ την απόφαση».
Με τη σύζυγό σου έχετε τέσσερα παιδιά, αν δεν κάνω λάθος. Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι η νέα ζωή και γι αυτά σε κάτι τόσο μακρινό; Ειδικά για τη μεγάλη σας κόρη που πάει και σχολείο και έχει ήδη παρέες στην Ελλάδα. Τι σας λέει; Υπάρχει κάποια αντίδραση που σας έβαλε σε δεύτερες σκέψεις;
«Ναι, έχουμε τέσσερα παιδιά. Σίγουρα για κάθε παιδί όταν αλλάζει συχνά μέρος, ακόμα και μέσα στην Ελλάδα – πόσω δε όταν αλλάζει χώρα και ήπειρο είναι δύσκολο. Αν το βάλουμε κάτω, τα πιο πολλά που κάνουν οι γονείς, είναι για τα παιδιά τους – για να τους παρέχουν ένα καλύτερο μέλλον και να σπουδάσουν αυτό που θέλουν.
Θα σου πω την αλήθεια: Όταν ήρθα εδώ, ζήτησα από τους ανθρώπους της ομάδας ένα διεθνές σχολείο. Με βοήθησαν, μου έστειλαν αμέσως τις επιλογές μου και σ’ αυτό το κομμάτι ήμουν πιο ήσυχος. Θα πάει η κόρη μου σ’ ένα ευρωπαϊκού στιλ σχολείου. Συμφώνησε κι η γυναίκα μου σ’ αυτό. Το να μην μιλάς τη γλώσσα είναι πιο δύσκολο, αλλά οι μικροί μαθαίνουν πιο εύκολα πό τους μεγάλους. Είμαστε όλοι δεμένοι μεταξύ μας και προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε μαζί αυτή τη δυσκολία. Και όπως είπα και πριν, έκανα αυτήν την κίνηση γιατί θέλω τα παιδιά μου να έχουν ένα καλύτερο αύριο».
Είσαι σε πολύ καλή ηλικία, προερχόμενος από μια γεμάτη σεζόν. Δεν θα ήθελες να συνεχίσεις στην Ευρώπη;
«Σίγουρα ήταν μια επιλογή κι η Ευρώπη, αλλά αποφάσισα να έρθω εδώ γιατί οικονομικά η πρόταση ήταν πολύ καλύτερη από την Ευρώπη. Είναι κάτι διαφορετικό και θα ήθελα να το δοκιμάσω. Μη πω ψέματα, το να παίζεις στην Ευρώπη είναι κάτι άλλο, αλλά όταν σταματήσω το ποδόσφαιρο θα λέω ότι έπαιξα και εδώ, ότι το έζησα κι αυτό».
Βλέπουμε από τα social media ότι σε έχουν υποδεχτεί εκεί πολύ θερμά εσένα και την οικογένειά σου. Θες να μας περιγράψεις λίγο πώς είναι εκεί οι πρώτες μέρες;
«Η αλήθεια είναι ότι μας υποδέχτηκαν πολύ θερμά, οι άνθρωποι είναι πολύ φιλόξενοι. Κι η πιο μικρή βοήθεια, που για μας φαίνεται ασήμαντη, γι’ αυτούς είναι πολύ σημαντικό το να σε βοηθήσουν. Αυτό σου δίνει παραπάνω κίνητρο το να προσπαθήσεις ώστε να βοηθήσεις όσο περισσότερο γίνεται την ομάδα. Θέλω και ‘γω να δώσω τον καλύτερό μου εαυτό. Είμαστε πάρα πολύ ευχαριστημένοι με τα όσα ζούμε ως τώρα εδώ. Και στην ομάδα και έξω οι άνθρωποι είναι καταπληκτικοί. Θα μας βοηθήσει όλο αυτό το να προσαρμοστούμε πιο γρήγορα».
Τι είναι αυτό που σου έχει κάνει εντύπωση στη χώρα, αλλά και στην ομάδα… Γενικά να κάνουμε εικόνα λίγο το τι ζεις σε μια τόσο διαφορετική ήπειρο απ’ ότι είναι η Ευρώπη.
«Κοιτάξτε, εμείς μένουμε πολύ κοντά στην Τζακάρτα. Εχουμε νοικιάσει σπίτι σε μια περιοχή 20′ από το κέντρο. Σκεφτείτε ότι είναι σαν να είσαι σε μια πόλη όπως είναι η Νέα Υόρκη. Τα κτίρια είναι τεράστια, υπάρχουν καινούργια mall. Τα βλέπεις και χαζεύεις. Εχουν πολύ πράσινο, φοίνικες, είναι πολύ διαφορετικά απ’ ό,τι βλέπουμε στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Όλοι θα ήθελαν να κάνουν ένα ταξίδι, έστω και μια φορά στη ζωή τους, σε μια περιοχή όπως είναι το Μπαλί που είναι μία ώρα με το αεροπλάνο από εδώ που είμαι εγώ. Το να το ζεις καθημερινά, δεν ξέρω πως θα είναι στην πορεία αλλά εμένα προσωπικά μου αρέσει όπως και στην οικογένειά μου. Εχει πολλά πράγματα που μπορείς να κάνεις εδώ. Εχει πολλά μικρά νησάκια που μπορείς να πάρεις την οικογένειά σου να πας. Είναι πολύ ωραία, είμαστε εντυπωσιασμένοι μέχρι στιγμής».
Εχεις αγωνιστεί σε Ελλάδα, Ολλανδία, Μολδαβία, Τουρκία, Βέλγιο, Κύπρο… Τώρα Ινδονησία. Παίζοντας ποδόσφαιρο έχεις γυρίσει κι αρκετά μέρη του κόσμου. Ήταν κάτι που είχες στο μυαλό σου η περιπλάνηση ή απλά προέκυψε;
«Όταν ξεκινούσα την καριέρα μου δεν το είχα πολυσκεφτεί ότι θα ταξίδευα τόσο πολύ, ότι θα έπαιζα σε τόσες χώρες εκτός της Ελλάδας, αλλά ο μάνατζερ μου όταν ήμουν στον Ολυμπιακό και αποφασίσαμε να φύγω δανεικός, μου είχε πει: “Θα εκτιμήσουν τα ταλέντο σου πολύ παραπάνω σε μια άλλη χώρα”. Κι έτσι πήγαμε στο Βέλγιο. Όντως, τον Δημήτρη, ως ποδοσφαιρστή τον υπολόγιζαν όπως τους υπόλοιπος. Αν εγώ ήμουν καλύτερος από κάποιον άλλον, θα έπαιζα εγώ. Κι η αξία που παίρνεις παίζοντας σε μια μικρομεσαία ομάδα, όπως ήταν η Μαλίν που είχα πάει εγώ, είναι απίστευτη. Δεν περίμενα ούτε εγώ ο ίδιος την αξία που πήρα μέσα σε έξι μήνες, μέχρι που ήρθε κι ο δεύτερος τραυματισμός μου. Οπότε, τότε κατάλαβα ότι μερικές φορές στην Ελλάδα “τρώμε” λίγο παραπάνω τα παιδιά μας, οπότε θες πολύ παραπάνω τύχη.
Τώρα τι να σου πω; Ότι θα προέκυπτε η Ινδονησία; Δεν το είχα ποτέ στο μυαλό μου ότι θα αγωνιστώ εδώ, οπότε θα έλεγα ψέματα αν σου έλεγα κάτι τέτοιο. Μου αρέσει ότι είμαι 30 ετών, ότι έχω ζήσει σε διαφορετικές χώρες, ότι έχω γνωρίσει διαφορετικές κουλτούρες. Θα το συζητάω με τους φίλους μου, την οικογένειά μου. Θα λέω ότι άλλαξα κάποιες χώρες, ότι έζησα εκεί και δεν πήγα ως διακοπές. Και ως σκεπτικό αυτό μου αρέσει πάρα πολύ».
Απ’ όλα τα πρωταθλήματα που έχεις παίξει ποιο είναι αυτό που σου ταιριάζει καλύτερα; Σε ποιο θα ήθελες να αγωνιστείς πάλι ή ποιο θα ήθελες να γνωρίσεις στο μέλλον;
«Νομίζω πως στο Βέλγιο έβγαλα τον καλύτερο Δημήτρη που θα μπορούσα. Και ο τρόπος που με δούλεψαν πριν ξεκινήσει το πρωτάθλημα κι ο τρόπος που με αντιμετώπισαν. Ήξεραν τη θέση στην οποία θα έβγαζα το καλύτερο δυνατό μου. Η αξία που πήρα μέσα σ’ έξι μήνες ήταν τεράστια, είχα προτάσεις από Αντερλεχτ, Σταντάρ Λιέγης και Γάνδη που ήθελαν να με αγοράσουν. Στο Βέλγιο συνδύασα τα πάντα. Εβγαζα πιο εύκολα τα ματς, σε πιο υψηλές εντάσεις. Θεωρώ ότι στο Βέλγιο σε προετοιμάζουν για τα μεγαλύτερα πρωταθλήματα. Οπότε το Βέλγιο είναι το καλύτερο πρωτάθλημα που έχω παίξει μέχρι στιγμής. Τώρα αν θα ήθελα να ξαναπάω, δεν ξέρω. Πήγα όταν έπρεπε, το ξεκίνημα πήγε όπως τα είχαμε υπολογίσει, αλλά στη ζωή δεν μπορείς να τα ελέγχεις όλα, μερικά πράγματα είνα στο χέρι του Θεού. Τραυματίστηκα και άλλαξαν αρκετά πράγματα από τότε».
«Στο Βέλγιο έβγαλα τον καλύτερο Δημήτρη που θα μπορούσα»
«Θα λέω στα παιδιά μου και στους φίλους μου όταν μεγαλώνω για το διπλό μέσα στη Ρεάλ Μαδρίτης, αλλά το να σκοράρεις με την Εθνική είναι τεράστιο»
Η περσινή χρονιά με τον Παναιτωλικό πώς κρίνεται; Ξεχωρίζεις κάποια στιγμή μέσα στη σεζόν που έφυγε;
«Η περσινή χρονιά, όσο ήταν η κανονική διάρκεια του πρωταθλήματος, ήταν καλή. Τερματίσαμε στην 7η θέση και με λίγη τύχη θα μπορούσαμε να κυνηγήσουμε ως το τέλος την 6η και το πλασάρισμα στα play-offs. Όμως, έτσι όπως ολοκληρώθηκε η σεζόν, που παλέψαμε για την παραμονή, νομίζω ότι δεν άρμοζε στην ομάδα βάσει της εικόνας όλη τη χρονιά. Ως κλαμπ στην Ελλάδα, μετά το top 5, είναι από τις ομάδες που σου παρέχουν τα πάντα και έχει ανθρώπους που ανά πάσα ώρα και στιγμή σε βοηθούν – είναι πάρα πολύ καλοί άνθρωποι όσοι είναι μέσα στην ομάδα. Πέρασα πολύ ωραία στο Αγρίνιο και στην ομάδα – εγώ κι η οικογένειά μου το απολαύσαμε. Μέσα σε μια χρονιά θα υπάρξουν και άσχημες στιγμές. Και για έναν ποδοσφαιριστή και για την ομάδα, αλλά θέλω να κρατήσω μόνο τα καλά από τον Παναιτωλικό».
Είσαι μόλις 30 ετών αλλά έχεις ζήσει σπουδαίες στιγμές στο ποδόσφαιρο. Η σπουδαιότερη παραμένει η νίκη με την Σέριφ μέσα στη Μαδρίτη; Μπορείς να μας πεις τι σου έρχεται στο μυαλό όταν γυρίσεις σε εκείνο το βράδυ;
«Ναι σίγουρα, είναι από τις σπουδαιότερες στην καριέρα μου, αλλά θα σου πω ότι είναι και το γκολ με την Εθνική που έβαλα κάτι πολύ ξεχωριστό. Το να αγωνίζεσαι και να σκοράρεις με το εθνόσημο είναι για μένα κάτι τεράστιο. Νιώθεις συγκίνηση, νιώθεις τα… πάντα.
Επειδή με ρώτησες για τη Ρεάλ, όταν ήταν να μπούμε στους ομίλους, στόχος μας αρχικά ήταν να μπούμε σ’ αυτούς. Είχαμε το άγχος να κάνουμε το κάτι παραπάνω. Λέγαμε “ακόμα ένα ματς, ακόμα ένα ματς”… Μετά, όλα τα παιδιά στην ομάδα δεν είχαμε αυτό το άγχος που μπορεί να έχει ένας ποδοσφαιριστής όταν παίζει τέτοιου είδους ματς. Μπήκαμε στους ομίλους του Champions League, που κανείς δεν το πίστευε, δεν έδιναν ούτε 1% στην Σέριφ να παίζει με Ρεάλ Μαδρίτης, Ίντερ και Σαχτάρ. Πόσω δε να πηγαίνεις στο Μπερναμπέου και να νικάς. Ακόμη και τώρα που μιλάω για εκείνο το βράδυ ανατριχιάζω. Βγήκα αλλαγή στο 91′ και τα τρία λεπτά που έμεναν μού φαινόταν ότι παίζαμε άλλο ένα 90λεπτο. Εκείνη τη στιγμή είχα στο μυαλό μου μόνο το πότε θα σφυρίξει ο διαιτητής για να πανηγυρίσουμε μία νίκη απέναντι στη Ρεάλ, με παίκτες που τους βλέπεις μόνο στην τηλεόραση, σε τελικούς Μουντιάλ, σε τελικούς Champions League. Μιλάμε για μια ομάδα που έχει κατακτήσει 14 Champions League. Αυτό θα το λέω για πάντα στα παιδιά μου όταν μεγαλώσουν, θα το λέω στους φίλους μου όταν μεγαλώνω. Θα το λέω για πάντα».
Η γνώμη σου για Αγγελο Αναστασιάδη; Με εκείνον προπονητή πέτυχες το γκολ σου με την Εθνική στο 2-2 με τη Βοσνία. Μπορείς, επίσης, να μας μιλήσεις για την παρουσία σου στην Εθνική και την εμπειρία σου με το εθνόσημο;
«Η γνώμη μου για τον κύριο Αναστασιάδη είναι τρομερή. Δεν κοιτάζει τα ονόματα, δεν ενδιαφέρεται για το ποιος είσαι εσύ, για το ποιος είναι ο άλλος. θα βάλει αυτούς που πιστεύει ότι θα κάνουν καλό στην ομάδα. Τον έχω σε πολύ μεγάλη εκτίμηση σε όλα. Τον ευχαριστώ και για την κλήση που είχα μαζί του στην Εθνική και για το ότι με πίστεψε τόσο πολύ. Εύχομαι να είναι καλά ό,τι κι αν κάνει».
Πώς αντέδρασες στην πρώτη σου κλήση;
«Ημουν στον Πανιώνιο. Τι να σου πω; Ότι χοροπηδούσα από τη χαρά μου; Και τώρα που το συζητάμε και ήμουν πάλι 20 ετών, πάλι το ίδιο θα έκανα, είναι λογικό να αισθανθώ έτσι».
«Στην πρώτη μου κλήση στην Εθνική χοροπηδούσα από τη χαρά μου»
«8 μέρες αφότου έχασα το μπαμπά μου σκόραρα στο 3-3 με την Ξάνθη»
Μπορείς να ξεχωρίσεις τα σπουδαιότερα γκολ στην καριέρα σου κι αυτά που σημαίνουν κάτι περισσότερο για σένα;
«Νομίζω ότι σίγουρα ένα από τα σπουδαιότερα γκολ μου είναι κόντρα στον Αστέρα Τρίπολης, για τη Super League. Το επόμενο γκολ που θα πω είναι και πάλι με τον Πανιώνιο. Σ’ ένα 3-3 με την Ξάνθη είχα πετύχει το πρώτο τέρμα 8 μέρες αφότου είχα χάσει το μπαμπά μου. Σίγουρα είναι ένα γκολ με την Εθνική στο Μουντιάλ U20 που είχα κάνει το 1-2 με το Μεξικό στην πρεμιέρα. Με την Εθνική εννοείται το 2-2 με τη Βοσνία και νομίζω με τη Ντιναμό Ζάγκρεμπ το χάρηκα πάρα πολύ γιατί ήταν για τα προκριματικά του Champions League. Σίγουρα θα είναι κι άλλα γκολ που μπορεί να έκριναν κάτι, αλλά αυτά μού έρχονται με τη μία στο μυαλό, οπότε θα ξεχωρίσω αυτά ως τα πιο σημαντικά».
Πόσο σημαντικός σταθμός στην καριέρα σου ήταν ο Πανιώνιος; Ποιες στιγμές σου εκεί ξεχωρίζεις;
«Ο Πανιώνιος θα είναι για μένα πάντα η μεγαλύτερη ομάδα στην οποία αγωνίστηκα, γιατί ήταν η πρώτη που αγωνίστηκα επαγγελματικά. Ήταν οι άνθρωποι, οι κύριοι Τσακίρης και Παυλόπουλος, που με πήγαν στον Πανιώνιο. Για εμένα, εκεί έχω ζήσει τα καλύτερά μου χρόνια, γιατί χαιρόμουν το ποδόσφαιρο απ’ ότι μεγαλώνοντας. Ο Πανιώνιος θα είναι πάντα στην πρώτη μου σκέψη για το πώς ξεκίνησε όλο αυτό, γιατί εκεί έζησα τα καλύτερά μου ποδοσφαιρικά χρόνια. Εμεινα εκεί έξι χρόνια, είναι πολλά και με στεναχωρεί που η ομάδα βρίσκεται τώρα εκεί που βρίσκεται (Γ’ Εθνική). Ελπίζω να βρει το δρόμο του και να βρει ξανά το δρόμο του».
Εχεις περάσει από Ολυμπιακό και Παναθηναϊκό. Τις δύο μεγαλύτερες ομάδες στην Ελλάδα από άποψη κόσμου και τίτλων. Μπορείς να κάνεις τον απολογισμό σου για όσα έζησες εκεί. Ποιες είναι οι διαφορές και ποιες οι ομοιότητες των δύο ομάδων;
«Στον Ολυμπιακό πήγα πιο μικρός, δηλαδή όχι τόσο ώριμος ποδοσφαιρικά. Σίγουρα έζησα ένα πρωτάθλημα με τον Ολυμπιακό και αν θυμάμαι καλά έκανα 11 συμμετοχές, όχι πολλές. Το να παίρνεις πρωτάθλημα με τον Ολυμπιακό σε ηλικία 21 ετών και να είσαι στη μεγαλύτερη ομάδα στην Ελλάδα είναι πολύ ωραίο, είναι ωραίο συναίσθημα. Δεν λέω ότι ήμουν έτοιμος να παίζω βασικός στον Ολυμπιακό. Γνώρισα μεγάλα ονόματα, έζησα την καθημερινότητά τους και μου άρεσε όλο αυτό.
Στον Παναθηναϊκό πήγα πιο μεγάλος. Ενώ ήμουν μέλος της Εθνικής, βρισκόμουν στις τελευταίες κλήσεις και ενώ είχα βάλει και το γκολ απέναντι στη Βοσνία. Τα πράγματα στον Παναθηναϊκό δεν πήγαν όπως τα φαντάστηκα. Σίγουρα κι η αντιμετώπισή μου στους αγώνες, ενώ στην προετοιμασία και στα φιλικά έπαιζα ως εσωτερικός μέσος, δηλαδή ως 8άρι, στο πρωτάθλημα αγωνιζόμουν ως δεξί εξτρέμ ή αριστερό εξτρέμ – εκτός από ένα ματς με τον Ολυμπιακό που στο πρώτο ημίχρονο ήμουν ως δεύτερο φορ. Δεν ήμουν ποτέ εξτρέμ, δηλαδή να παίζω στη γραμμή και να βγαίνω προς τα έξω. Είμαι παίκτης που μου του αρέσει να παίζει σε μικρό χώρο πιο πολύ. Εντάξει, δεν λέω ότι στον Παναθηναϊκό πέρασα άσχημα, πρόκειται για μια τεράστια ομάδα και χαίρομαι που σιγά σιγά βρίσκει αυτό που του αξίζει. Όμως, θεωρώ ότι άξιζα διαφορετική διαχείριση».
Θεωρείς ότι ο Μάρκο Σίλβα θα μπορούσε να σου δώσει περισσότερο χρόνο;
«Εκείνη τη χρονιά ο Ολυμπιακός είχε πάρα πολύ καλή ομάδα. Σίγουρα θα μπορούσα να έχω παίξει παραπάνω λεπτά, αλλά κρίνοντας το τέλος της χρονιάς κανείς δεν μπορεί να πει “αδικήθηκε ο Κολοβός, ένα παιδί 21 χρονών”, αλλά μέσα μου εγώ όπως ήμουν σαν Δημήτρης πιστεύω ότι θα μπορούσα να έχω πάρει παραπάνω χρόνο συμμετοχής».
Ποιος ήταν ο καλύτερος συμπαίκτης που είχες στον Ολυμπιακό;
«Ο καλύτερος συμπαίκτης που είχα τη χρονιά που ήμουν στον Ολυμπιακό είναι ο Καμπιάσο, ένας παίκτης από τον οποίο μάθαινες πολλά. Ήταν ένας παίκτης που φαινόταν η ποιότητά του, ο τρόπος που σου μιλούσε… Όμως, ο καλύτερος συμπαίκτης που είχα γενικά αλλά δεν συνυπήρξα μαζί του στον Ολυμπιακό, αλλά πέρασε από τον Ολυμπιακό, ήταν ο Ιμπαγάσα. Παίξαμε μαζί στον Πανιώνιο. Θεωρώ ότι είναι από τους καλύτερους συμπαίκτες που είχα. Τον χάζευα και στα 38 του που ήταν στον Πανιώνιο. Ο τρόπος που μου μιλούσε και που ήθελε να γίνω καλύτερος με κάνουν να πιστεύω ότι αυτός είναι ο καλύτερος συμπαίκτης που είχα. Μου είπε πολλά, που δεν μπορώ να τα πω τώρα».
Πώς ήταν τα αποδυτήρια στου Ρέντη κι οι συνθήκες εργασίας εκεί;
«Ο Ολυμπιακός σού παρέχει τα πάντα. Οσοι ήταν στην ομάδα αυτή δεν μπορεί να πει κάτι. Και ο τρόπος των προπονήσεων κι οι εγκαταστάσεις και οι παροχές εκτός των γηπέδων είναι πάρα πολύ υψηλού επιπέδου. Νομίζω ότι είναι οι κατάλληλες συνθήκες για να εργαστεί ένας παίκτης σε όποια ηλικία κι αν είναι. Από τον πιο μικρό μέχρι τον πιο… φτασμένο».
Στον Παναθηναϊκό ο Δώνης σε πίστεψε περισσότερο ή και εκείνος θα μπορούσε να σε έχει χρησιμοποιήσει περισσότερο; Γιατί βλέπουμε ότι όποτε έπαιξες έδωσες πράγματα και έδειξες την ποιότητά σου.
«Νομίζω ότι μεγαλύτερο λάθος ήταν ότι δεν αγωνίστηκα ποτέ στη θέση μου, εννοώ στον άξονα. Όταν συμφώνησα εγώ με την ομάδα, είχαμε πει ότι θα παίζω στον άξονα. Κι ο κόσμος πίστεψε ότι θα ήμουν μια μεταγραφή που θα απέδιδε και γι’ αυτό μετά ξεκίνησε κι η μουρμούρα. Εντάξει, το καταλαβαίνω. Ο Παναθηναϊκός είναι πάρα πολύ μεγάλη ομάδα και μπορώ να καταλάβω το τι έγινε. Όμως, δεν είδαν τον Δημήτρη που πίστευαν γιατί εγώ δεν αγωνίστηκα ποτέ εκεί που θα έπρεπε. Και τώρα να με έβαζες δεξί εξτρέμ, πάλι δεν θα έβγαζα αυτό που θα έπρεπε. Είναι σαν να πάρεις ένα σέντερ μπακ και να τον βάλεις να παίξει μια χρονιά δεξί μπακ. Ε, δεν θα είναι αυτό που πιστεύεις. Αυτό ήταν το μεγαλύτερο λάθος στον Παναθηναϊκό».
Εχεις κάνει λάθη; Κι αν ναι, ποια είναι αυτά και δεν είσαι και σήμερα σε μια «μεγάλη» ομάδα;
«Όσο κλισέ κι αν ακούγεται αυτό, δεν είμαι σε μεγάλη ομάδα λόγω του δεύτερου χιαστού που έπαθα. Ετσι όπως πήγαν τα πράγματα στο Βέλγιο, που ήμουν δανεικός από τον Ολυμπιακό με οψιόν αγοράς 1.500.000 ευρώ, είχαμε πάρα πολλές προτάσεις με πολύ μεγαλύτερο ποσό από το 1,5 εκατ. που είχε βάλει ο Ολυμπιακός. Σίγουρα θα ήμουν σε μεγαλύτερη ομάδα του Βελγίου, ύστερα από έξι μήνες αφότου πήγα εκεί. Αυτός ο χιαστός, όμως, με δυσκόλεψε πολύ στο να επανέλθω, γιατί είχα πάθει άλλη μία φορά όταν ήμουν στον Πανιώνιο στα 19 μου τον ίδιο τραυματισμό Η δεύτερη φορά όμως με δυσκόλεψε πιο πολύ».
Θες να αναφερθείς πιο βαθιά στο θέμα του τραυματισμού; Πώς τον αντιμετώπισες και ψυχολογικά πόσο δύσκολο ήταν να σταθείς όρθιος; Χρειάστηκες ψυχολόγο;
«Στο Βέλγιο υπέστη το δεύτερό μου χιαστό, όπως είπα. Ακόμη κι όταν επέστρεψα μου πήρε περισσότερο χρόνο για να επανέλθω σε σχέση με την πρώτη φορά. Και στην αποκατάσταση μού πήρε παραπάνω. Η ομάδα ήταν σε δύσκολη κατάσταση κι ένας προπονητής εκεί στο Βέλγιο με έβαλε να παίξω σε έξι μέρες τρία ματς. Δηλαδή, αγωνίστηκα 90, 90 και 60 λεπτά. Ήταν σαν να διαλύθηκε το σώμα μου. Το θυμάμαι σαν τώρα. Μετά έβγαλα πρόβλημα στους κοιλιακούς και στη μέση. Νομίζω πως όλη η δυσκολία ήταν στο ότι διένυα μια περίοδο που ήταν να κληθώ ξανά στην Εθνική και πως είχα προτάσεις απ’ άλλες μεγάλες ομάδες του Βελγίου.
Αν χρειάστηκα ψυχολόγο… Θα σας πω την αλήθεια: Και τώρα κάνω συνεδρίες με ψυχολόγο. Δεν θέλω να τα λέω, γιατί οι 10,50… 100 που θα διαβάσουν αυτή τη συνέντευξη μπορεί να με κρίνουν γι’ αυτό που θα πω. Όμως, από τότε που έχασα το μπαμπά μου. είχα πολύ περίεργα συναισθήματα. Ενιωθα ότι θα πάθω ότι έπαθε κι εκείνος, ο οποίος “έφυγε” από καρδιά. Τότε αποφάσισα να πάω να μιλήσω, γιατί δεν ήθελα να ζω με το φόβο αυτόν. Μετά είπα ότι πρέπει να αντιμετωπίζουμε κάποια πράγματα στη ζωή. Κάνοντας παιδιά, ήθελα να βλέπουν τον καλύτερό μου εαυτό. Πολλοί άνθρωποι μπορεί να έχουν φοβίες. Τότε, με το δεύτερο χιαστό, με πήρε από κάτω, ένιωθα μοναξιά, έλεγα “γιατί” και μιλώντας σε κάποιον που είναι ειδικός πιστεύω ότι βοηθήθηκα. Στις “μεγάλες” ομάδες υπάρχουν ψυχολόγοι. Εμένα με βοήθησε και είναι πολύ σημαντικό να μπορείς να το κάνεις αυτό. Φυσικά και σου κάνει καλό».
Μιας και μας είπες για το μπαμπά σου, με το που έγινες ενήλικας τον «έχασες». Τέσσερα αδέρφια κι η μητέρα σου ήταν στις… πλάτες σου. Το να παίρνεις τόσο σημαντικές ευθύνες σε κάνουν και πιο ώριμο μέσα στο γήπεδο; Μιλησε μας, αν θες φυσικά, για το πώς νιώθει κάποιος όταν αναλαμβάνει τόσο μεγάλα βάρη από τόσο μικρός.
«Εγινε ξαφνικά όλο αυτό… Ο μπαμπάς μου είχε έρθει να με δει σε έναν αγώνα με τον Αστέρα Τρίπολης και τα ξημερώματα έγινε αυτό που έγινε. Τότε είχα ξεπεράσει τον πρώτο χιαστό και λίγο αργότερα “έχασα” το μπαμπά μου. Όταν έπαθα τον χιαστό είπα πως είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να μου συμβεί, αλλά εκεί κατάλαβα τι είναι πραγματικά η ζωή και πως μπορεί να αλλάξουν μέσα σ’ ένα δευτερόλεπτο τα πάντα. Σίγουρα ήταν δύσκολα για ένα παιδί 19 ετών να μπορέσει να διαχειριστεί τέτοιες καταστάσεις, η οικογένειά μου ήταν δύσκολα οικονομικά. Βασιζόμασταν στο συμβόλαιο που είχα εγώ με τον Πανιώνιο και ήταν δύσκολο γιατί εγώ ήμουν ο μεγαλύτερος, είχα αδέρφια 5-6 χρονών. Ο τρόπος που σε ρωτούσαν στο έκαναν ακόμα πιο δύσκολο. Και όταν ένα παιδί ρωτάει άλλο ένα παιδί -19 χρονών είσαι και εσύ παιδί – δεν ξέρεις τι να απαντήσεις για να κάνεις αυτό παιδί να νιώσει καλά ή τουλάχιστον καλύτερα. Οπότε ήταν δύσκολη αυτή η κατάσταση, προσπαθούσα να δείχνω δυνατός, αλλά δεν μπορείς να είσαι. Δεν γίνεται να είσαι 100% δυνατός, αλλά κάποιες καταστάσεις δεν μπορείς να τις αλλαξεις. Αν αυτό ήταν το θέλημα του Θεού, εμείς προσπαθήσαμε να κάνουμε το καλύτερο. Ξέρουμε ότι μας προσέχει πλέον από εκεί που είναι».
Πόσο γεματος νιώθεις απ’ όσα έχεις πετύχει ως τώρα; Τι είναι αυτό που έχεις ξεχωρίσει; Αγωνιστικά, συναισθηματικά, προσωπικά.
«Νιώθω γεμάτος μέσα μου. Θα μπορούσαν να είναι καλύτερα τα πράγματα, αλλά και χειρότερα. Νομίζω πως έχω φτιάξει την οικογένειά μου, αυτό με κάνει πιο χαρούμενο απ’ όλα, γιατί στο τέλος αυτό θα μείνει, η οικογένειά σου. Δεν νομίζω πως μπορώ να βάλω δίπλα στην οικογένεια κάτι άλλο. Αν μου έλεγες να διαλέξω μεταξύ μιας μεγαλύτερης καριέρας και της οικογένειας που έχω τώρα, θα σου έλεγα ότι είμαι απόλυτα γεμάτος με ό,τι έχω πετύχει σήμερα έχοντας αυτήν την οικογένεια. Οπότε θα σας πω ότι κρατάω τις καλές στιγμές απ’ ό,τι έχω καταφέρει ως τώρα, αλλά το πιο σημαντικό στη ζωή είναι η οικογένεια. Νιώθω γεμάτος όταν επιστρέφω στο σπίτι και με περιμένουν οι κόρες μου κι η γυναίκα μου. Ο γιος μου είναι ακόμη πολύ μικρός. Η οικογένειά μου με κάνει πιο χαρούμενο από το ποδόσφαιρο και αυτό κρατάω απ’ όσα έχω ζήσει μέχρι σήμερα».
Αν και θα μπορούσα να ξεκινήσω απ’ αυτό θα ήθελα να το πάμε προς το τέλος. Τα παιδικά σου χρόνια πως τα θυμάσαι; Ο Ωρωπός όπου μεγάλωσες τι σημαίνει για σένα; Τι νιώθεις όποτε πηγαίνεις εκεί;
«Στον Ωροπό θα μείνω μόνιμα πρώτα ο Θεός. Εχουμε αγοράσει σπίτι με τη γυναίκα και την οικογένειά μου. Εκεί μεγάλωσα, εκεί ξεκίνησα να παίζω, εκεί υπήρχε ένα προπονητής, ο κύριος Γιώργος Πέππας που με πίστεψε από την πρώτη μέρα που με είδε να παίζω. Τα συνασισθήματα μου για τον Ωροπό είναι πάρα πολλά. Πολύ δύσκολα θα αλλάξω αυτό το μέρος, μόνο αν υπάρχει πολύ μεγάλη ανάγκη δεν θα είμαι εκεί. Εκεί θα είναι πάντα ο Δημήτρης όταν ξεκινούσε τη διαδρομή του. Κι αυτό είναι το πιο ωραίο στο ποδόσφαιρο: Τα πρώτα σου χρόνια που ήταν τα ας πούμε πιο παιδικά».
Τι ονειρεύεσαι για τα παιδιά σου;
«Για τα παιδιά μου ονειρεύομαι… Θέλω να κάνουν και να γίνουν ό,τι πιστεύουν ότι θα τα κάνει ευτυχισμένα. Εγώ θέλω να τους δώσω τις βάσεις που θα τα κάνουν καλύτερους ανθρώπους, αλλά δεν θα τα σταματήσω σε τίποτα. Είναι δική τους η ζωή κι ο καθένας μπορεί να αποφασίζει για αυτήν. Είναι πολύ μικρά τα παιδιά μου ακόμη και θέλω να τους παρέχω όσα περισσότερα μπορώ. Μεγαλώνοντας θέλω να είναι ελεύθερα, να κάνουν τις επιλογές τους, να κάνουν λάθη. Μέσα από τα λάθη μαθαίνεις περισσότερα πράγματα, γίνεσαι πιο καλός, πιο δυνατός, πιο σοφός. Θέλω να κρατάνε τη ζωή στα χέρια τους. Θέλω να είναι ευτυχισμένοι, αλλά και να κάνουν λάθη που θα τα κάνουν καλύτερους ακόμα κι αν τους στεναχωρήσουν. Ετσι είναι η ζωή! Θα είμαι δίπλα τους σε όλα».
Σκέφτεσαι το μέλλον;
«Για να πω την αλήθεια δεν το σκέφτομαι. Πιο μικρός το έκανα και επειδή δεν ξέρεις τι σου ξημερώνει. Το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι ότι πρέπει να ζεις στο τώρα. Αν σκεφτόμουν το μέλλον, θα ήθελα να δω τα παιδιά μου να μεγαλώνουν και να κάνουν πράγματα. Θα με φόβιζε αν δεν γινόταν αυτό. Οπότε θέλω να ζω στο τώρα και πως είναι αυτή η στιγμή που ζω».
Εχεις μετρήσει πόσα τατού έχεις; Σκέφτεσαι να «χτυπήσεις» κι άλλα;
«Πάντα λέω ένα, γιατί έχω σε όλο μου το σώμα. Τώρα, το να κάνω κι άλλο, είναι δύσκολο, γιατί έχω ένα μικρό κενό στο πόδι. Κάποια στιγμή θα το κλείσω κι αυτό και τότε θα λέω σίγουρα ότι έχω ένα! Δεν θα μένει και κάτι άλλο να γεμίσω».
Μια ευχή;
«Εύχομαι όλος ο κόσμος να έχει υγεία για να μπορεί να κάνει αυτό που θέλει, γιατί αν έχεις αυτό τότε έχεις τα πάντα. Όλα τ’ άλλα έρχονται δεύτερα. Εύχομαι υγεία γιατί αυτό είναι το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή».
Παναγιώτης Δαλαταριώφ – gazzetta.gr
Πηγή