«Η ελληνική Πολιτεία διαχρονικά δεν έχει πάψει να θεωρεί τις αξιώσεις της για αποζημιώσεις και επανορθώσεις από τα εγκλήματα πολέμου ότι είναι ενεργές, διεκδικήσιμες και έγκυρες», υπογράμμισε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνος Τασούλας από τα Καλάβρυτα, όπου παρέστη στις εκδηλώσεις για την 82η επέτειο Μνήμης του Ολοκαυτώματος.
Κατά την αντιφώνησή του, στο γεύμα που παρέθεσε προς τιμήν του ο Δήμαρχος Καλαβρύτων Αθανάσιος Παπαδόπουλος, με αφορμή τα 82 χρόνια από τη ναζιστική θηριωδία στα Καλάβρυτα, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνος Τασούλας υπογράμμισε ότι «αυτές οι αξιώσεις αντικρούονται με τις απόψεις της άλλης πλευράς, που ισχυρίζονται ότι δήθεν το θέμα είναι λήξαν» και πρόσθεσε ότι «Το θέμα για την Ελλάδα δεν είναι λήξαν. Είναι ανοιχτό. Αυτό πηγάζει και από απόφαση της Βουλής των Ελλήνων, σχεδόν ομόφωνη.
Πηγάζει από το Σύνταγμά μας που επιτάσσει δικαιοσύνη και πηγάζει από τη σπαρακτική, από τη σπαρακτική αποφυγή της μνήμης που η μοίρα της είναι να σβηστεί. Η μνήμη λοιπόν των παππούδων σας, των συγγενών σας δεν θα σβηστεί και το τρίπτυχο της δικαιώσεως τους, η ειρήνη, η δικαιοσύνη και η φιλία θα φωτίζουν για πάντα το δρόμο του δικού μας καθήκοντος».

Η αντιφώνηση του Προέδρου της Δημοκρατίας:
«Όταν οι άνθρωποι θέλουν να πονείς μπορούν με χίλιους τρόπους. Ρίξε το όπλο και σωριάσου πρηνής όταν ακούσεις ανθρώπους. Όταν ακούσεις ποδοβολητά λύκων ο Θεός μαζί σου, ξαπλώσου χάμω με μάτια κλειστά και κράτα την πνοή σου». Έγραψε ο περίφημος ποιητής Καρυωτάκης, καταγόμενος από την Αρκαδία, σε ένα ποίημα του, για να δείξει με λόγια, με λέξεις, το βαθμό σκληρότητας που μπορεί να έχει προέλευση ανθρώπινη. Αυτός ο βαθμός σκληρότητας όμως, που έφερε το ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων, αυτός ο βαθμός σκληρότητας που σήμερα μας μάζεψε εδώ, για να τιμήσουμε τη μνήμη των θυμάτων της σκληρότητας, δεν περιγράφεται από καμία ποίηση. Είναι απερινόητος.
Δεν μπορεί ούτε η γραφίδα, ούτε η σμίλη, καμία τέχνη να το περιγράψει. Οι τέχνες μπορούν να το προσεγγίσουν, όπως καμαρώσαμε στην περίφημη έκθεση του Τάσσου Αλεβίζου, που πριν λίγο είχα την τιμή να εγκαινιάσω, και που σας αξίζουν συγχαρητήρια κύριε Δήμαρχε για αυτές στις σπουδαίες πολιτιστικές πρωτοβουλίες. Το ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων, ένα από τα 131 ολοκαυτώματα στην Ελλάδα από τα στρατεύματα κατοχής της εθνικοσοσιαλιστικής Γερμανίας, της ναζιστικής Γερμανίας, είναι η αδιανόητη μεταφορά του ανθρώπινου φανατισμού σε επίγεια συμπεριφορά.
Τι τέρας, τι ποδοβολητά λύκων μπορεί να ακούσει κανείς από ανθρώπους. Εξόντωσαν όλο τον ανδρικό πληθυσμό των Καλαβρύτων, αφού πρώτα, πλησιάζοντας σαν ανθρώπινοι μέγγενη, τα Καλάβρυτα κατέστρεψαν και εξόντωσαν σπίτια και κατοίκους άλλων χωριών, εφαρμόζοντας το “νόμο” που ούτε το δίκιο του πολέμου δεν αναγνωρίζει, εφαρμόζοντας το νόμο, εντός εισαγωγικών η λέξη νόμος, της συλλογικής ευθύνης, κάνοντας, δηλαδή, ένα τερατώδες έγκλημα πολέμου.
Σήμερα είχα την ευκαιρία, για πρώτη φορά, να βρεθώ εδώ σε μία μέρα λαμπρή, σε μία μέρα χαρμόσυνη, ηλιόλουστη θα έλεγα, μία μέρα παραπλανητική εν σχέσει με αυτό που ήρθαμε να τιμήσουμε.


Ήρθαμε να τιμήσουμε τα θύματα που προέρχονται από τα σκοτάδια της ανθρώπινης ψυχής, από τα σκοτάδια της ανθρώπινης ιδεολογίας, από τα σκοτάδια του ανθρώπινου φανατισμού, από τα σκοτάδια της ανθρώπινης απληστίας, που μετέτρεψαν ένα στρατό, μετέτρεψαν μια χώρα σε δήμιο άλλων χωρών και άλλων στρατών. Σήμερα, αυτή τη λαμπρή μέρα του Δεκεμβρίου, θυμηθήκαμε τι έγινε πριν 82 χρόνια και οι συγγενείς των θυμάτων όχι απλώς θυμήθηκαν, ξανασυγκινήθηκαν, ξαναέφεραν στον ψυχισμό τους όλη αυτή την αφόρητη κατάσταση που έζησαν την 13η Δεκεμβρίου του 1943. Έκτοτε, η χώρα μας προχώρησε.
Η χώρα μας μοιάζει, τηρουμένων των αναλογιών, με τις γυναίκες των Καλαβρύτων, οι οποίες επεβίωσαν και αντίκρισαν το ανυπόφορο και ανείπωτο θέαμα των νεκρών πατεράδων, συζύγων, αδερφών, παιδιών και συγγενών τους. Και αυτό το θέαμα τις πάγωσε.
Αλλά τις πάγωσε προς στιγμήν. Έκαναν πέτρα την καρδιά τους, έθαψαν τους νεκρούς τους και ξαναέστησαν σιγά σιγά με τα παιδιά τους, αυτά που επεβίωσαν μέσα στο σχολείο του εγκλεισμού, έφτιαξαν πάλι με τα παιδιά τους τη μοίρα τους, τη ζωή τους.
Ανέστησαν τα Καλάβρυτα, που σήμερα 82 χρόνια μετά, είναι μία υπέροχη ορεινή κωμόπολη της Αχαΐας. Επίσης, μία κωμόπολη που συγκεντρώνει επισκέπτες από όλη την Ελλάδα και απ’ όλο τον κόσμο. Όπως σήμερα είδαμε στην πλατεία της κωμοπόλεως.
Μία κωμόπολη η οποία έχει όλη τη χαρά της ζωής, όλη τη φιλοδοξία της προοπτικής, όλα τα σχέδια τα καλά για ένα καλύτερο μέλλον. Μία κωμόπολη η οποία έχει προβλήματα, όπως περιέγραψε ο Δήμαρχος με τον Οδοντωτό. Αλλά και μία κωμόπολη που λύνει προβλήματα.
Όπως είναι, η εκπληκτική αναμόρφωση του χιονοδρομικού της κέντρου, που έγινε αγνώριστο και το οποίο τραβάει τόσο πολύ τουρισμό. Είναι η ανθρώπινη μοίρα, αν σκύψουμε από πάνω από τη σημερινή μας ζωή, και δούμε την προέλευσή μας και δούμε τις ρίζες μας. Θα δούμε στιγμές χαράς, αλλά θα δούμε και στιγμές ανείπωτης θλίψης. Στιγμές σπαρακτικές. Και αυτές οι στιγμές σαν ένα αόρατο νήμα έρχονται από το παρελθόν, 82 χρόνια μετά, και μας αγκαλιάζουν όχι για να μας συντρίψουν, όχι για να μας μετατρέψουν σε όντα εκδικητικά, αλλά για να μας κάνουν να νιώσουμε ποιοι είμαστε, πώς ξεκινήσαμε και πού φτάσαμε και για να νιώσουμε επίσης τι χρωστάμε σε αυτούς τους ανθρώπους, που σήμερα ακούσαμε τα επίθετά τους και τις ηλικίες τους.
Κανελλόπουλος, 15 ετών. Κανελλόπουλος, 43 ετών. Ηλικίες ανθρώπων που είχαν όλη τη ζωή μπροστά τους και την έχασαν εκεί στη Λάκκα του Καππή, αντικρίζοντας για τελευταία φορά τα αγαπημένα τους Καλάβρυτα. Και έχοντας την αγωνία της τύχης των δικών τους ανθρώπων, που άφησαν πίσω στο χωριό. Η μοίρα του ανθρώπου λοιπόν δεν είναι ευθύγραμμη. Η μοίρα του ανθρώπου, περνάει ανάμεσα σε υψωμούς και σε χαμηλώματα. Περνάει ανάμεσα σε δυστυχίες και χαρές.
Και πρέπει τώρα, την εποχή της χαράς εν σχέσει με το παρελθόν, να μην ξεχνάμε ποτέ τη μοίρα εκείνων των ανθρώπων που σήμερα τιμήσαμε, που σήμερα για τους οποίους κατέθεσα ένα στεφάνι.
Η δικαίωσή τους έχει να κάνει με την επικράτηση της ειρήνης, με την επικράτηση της μνήμης, με την επικράτηση της συναδέλφωσης και με την επικράτηση της δικαιοσύνης. Αυτό το λέει και το Σύνταγμά μας, ξέρετε. Το Σύνταγμά μας, το πολιτειακό μας Ευαγγέλιο, στο άρθρο 2 λέει ότι η Ελλάδα, έχοντας υπ’ όψιν της τις αναγνωρισμένες αρχές του Διεθνούς Δικαίου επιδιώκει την ειρήνη, τη δικαιοσύνη και τη συμφιλίωση μεταξύ των λαών και των κρατών. Αυτές οι τρεις λέξεις, ειρήνη, συμφιλίωση και φιλία είναι το τρίπτυχο της δικαιώσεως των εκατοντάδων δολοφονηθέντων συμπατριωτών σας πριν 82 χρόνια εδώ στα Καλάβρυτα.
Λέει ένας άλλος ποιητής, «Θα ‘θελα αυτή τη μνήμη να την πω, μα έτσι εσβήσθη πια, σαν τίποτε δεν απομένει». Εδώ δεν πρόκειται περί αυτού. Η μνήμη αυτή δεν εσβήσθη. Απομένει και επιμένει.


Γι’ αυτό και το ελληνικό κράτος, η ελληνική πολιτεία διαχρονικά δεν έχει πάψει να θεωρεί τις αξιώσεις της για αποζημιώσεις και επανορθώσεις από τα εγκλήματα πολέμου ότι είναι ενεργές αξιώσεις, διεκδικήσιμες αξιώσεις και έγκυρες αξιώσεις.
Αυτές οι αξιώσεις αντικρούονται με τις απόψεις της άλλης πλευράς που ισχυρίζονται ότι δήθεν το θέμα είναι λήξαν.
Το θέμα για την Ελλάδα δεν είναι λήξαν. Είναι ανοιχτό. Αυτό πηγάζει και από απόφαση της Βουλής των Ελλήνων, σχεδόν ομόφωνη, που ανέφερε προηγουμένως ο δήμαρχός σας.
Πηγάζει από το Σύνταγμά μας που επιτάσσει δικαιοσύνη και πηγάζει από τη σπαρακτική, από τη σπαρακτική αποφυγή της μνήμης που η μοίρα της είναι να σβηστεί. Η μνήμη λοιπόν των παππούδων σας, των συγγενών σας δεν θα σβηστεί και το τρίπτυχο της δικαιώσεως τους, η ειρήνη, η δικαιοσύνη και η φιλία θα φωτίζουν για πάντα το δρόμο του δικού μας καθήκοντος».
Πηγή















