Συγκλονίζει η νέα αεροπορική τραγωδία Νότια Κορέα, όπου 179 άνθρωποι σκοτώθηκαν όταν το αεροσκάφος της Jeju Air, που έφθανε από την πρωτεύουσα της Ταϊλάνδης Μπανγκόκ, πραγματοποίησε αναγκαστική προσγείωση χωρίς ρόδες, βγήκε από τον διάδρομο και τυλίχτηκε στις φλόγες όταν προσέκρουσε σε έναν τοίχο στο διεθνές αεροδρόμιο Μουάν.

Από την πτήση 7C2216 της με 181 επιβαίνοντες, διασώθηκαν από το ουραίο τμήμα του φλεγόμενου αεροπλάνου, μόλις δύο μέλη του πληρώματος, ένας άνδρας και μια γυναίκα.

Σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες, τα δύο μαύρα κουτιά του μοιραίου αεροσκάφους ανακτήθηκαν. Τα μαύρα κουτιά που περιέχουν δεδομένα της πτήσης και ηχητικά αρχεία, αναμένεται να βοηθήσουν τις έρευνες για την αιτία που οδήγησε στο μεγαλύτερο αεροπορικό δυστύχημα στη χώρα εδώ και πάνω από 30 χρόνια.

Οι πρώτες εκτιμήσεις αναφέρουν πως μια σύγκρουση με σμήνος πουλιών προκάλεσε βλάβη στο σύστημα προσγείωσης του αεροσκάφους.

«Πολλά πράγματα δεν πήγαν σωστά», λέει ο Φαίδων Καραϊωσηφίδης

Ο Φαίδων Καραϊωσηφίδης, αεροναυπηγός και διερευνητής αεροπορικών ατυχημάτων, μίλησε στην πρωινή εκπομπή «Κοινωνία Ώρα MEGA» για το αεροπορικό δυστύχημα και για το γεγονός ότι δεν κατέβηκε το σύστημα πέδησης και για τον τοίχο στον αεροδιάδρομο.

«Δεν ήταν μόνο το σύστημα προσγείωσης που δεν κατέβηκε. Αν προσέξετε, στο αεροπλάνο και άλλα πράγματα δεν είχαν κατέβει. Δεν είχαν κατέβει όλες αυτές οι επιφάνειες ελέγχου που βοηθούν το αεροπλάνο στην προσγείωση έτσι ώστε να έχει πολύ μικρή ταχύτητα όταν πιάνει στον διάδρομο. Εδώ έχουμε ένα αεροπλάνο που προσγειώνεται με την «κοιλιά». Από την στιγμή που το αεροπλάνο θα πατήσει στον διάδρομο – και θα σας πω μετά για το γεγονός ότι πατάει καθυστερημένα – χωρίς τροχούς, δεν έχει την δυνατότητα πέδησης, ελέγχου – δεν μπορεί να στρίψει ούτε να ελεγχθεί – άρα απλώς γλιστράει στον διάδρομο. Σε αυτή την περίπτωση καταλήγει 300 μέτρα μετά την άκρη του διαδρόμου και μετά καταλήγει στον «τοίχο». Αυτό που βλέπουμε δεν είναι τοίχος. Ο τοίχος βρίσκεται στην συνέχεια. Εκεί ακριβώς βρίσκεται ένα ανάχωμα το οποίο ήταν πάνω από μία μπετονένια κατασκευή η οποία είχε περίπου 60-70 πόντους πάχος τοίχων, ήταν σαν «καταφύγιο». Δεν μπορεί να εξηγηθεί αυτό το πράγμα», ανέφερε αρχικά.

Για τα απαραίτητα μέτρα συνέχισε ο κ. Καραϊωσηφίδης: «υπάρχει η χρονική αλληλουχία, υπάρχουν πολλά αναπάντητα ερωτήματα. Σύμφωνα με εκτίμηση που μπορούμε να κάνουμε γιατί δεν είμαστε εκεί να έχουμε όλα τα στοιχεία, στις 8.57 από το αεροπλάνο που έρχεται τώρα από μία 4ωρη πτήση, το αεροδρόμιο ειδοποιεί για την πιθανότητα πρόσκρουσης σε πουλιά. Γιατί σε πολλά αεροδρόμια που βρίσκονται κοντά σε θάλασσα υπάρχουν υδρόβια πτηνά και στην προκείμενη περίπτωση υπήρχαν σμήνη ολόκληρα τα οποία μετανάστευαν. Έπρεπε να υπάρχει προειδοποίηση. Ένα λεπτό αργότερα, ο πιλότος κηρύσσει σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης μετά από πρόσκρουση σε πουλιά».

«Προξενεί εντύπωση ότι…»

Σύμφωνα με τον κ. Καραϊωσηφίδη, «Όταν χάνεις τους κινητήρες, σημαίνει ότι χάνεις τις αντλίες οι οποίες συμπιέζουν και διακινούν το υδραυλικό υγρό. Γιατί όλες οι επιφάνειες ελέγχου, το σύστημα προσγείωσης, η πέδηση του αεροπλάνου, στα περισσότερα αεροπλάνα βασίζονται σε υδραυλικά. Όταν χάνεις τον έναν κινητήρα, χάνεις κάποια υδραυλικά. Βέβαια τα αεροπλάνα έχουν 3πλό και 4πλό σύστημα. Αυτό που μας προξενεί εντύπωση είναι ότι το από μία πρόσκρουση με πουλιά, το αεροπλάνο προσγειώθηκε με μια κατάσταση η οποία – από όσο ξέρουμε από τις πληροφορίες – δεν δικαιολογείται. Το αεροπλάνο φαίνεται να πατάει πολύ αργά στον διάδρομο. Δεν ξέρουμε τι περνούσε ο πιλότος. Το ανάχωμα φιλοξενούσε κεραίες».


Πηγή